Συνεχίστηκε η μεγέθυνση του ΑΕΠ της Ελλάδος κατά τη διάρκεια του β’ τριμήνου του 2024. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ το εθνικό προϊόν της χώρας είναι κατά 2,32% υψηλότερο του 2023 και κατά 1,08% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.
Η ιδιωτική κατανάλωση η οποία αποτελεί το 70,1% του συνολικού ΑΕΠ, μεγεθύνθηκε σε ετήσια βάση κατά 2% και σε τριμηνιαία κατά 0,6%. Η δημόσια δαπάνη με συνεισφορά 19,3% στο ΑΕΠ, μειώθηκε σε ετήσια βάση κατά 3,6%.
Οι συνολικές επενδύσεις οι οποίες απαρτίζουν το 14,4% του ΑΕΠ αυξήθηκαν κατά 3,9% μέσα στο έτος. Οι επενδύσεις στον παραδοσιακό στυλοβάτη του ΑΕΠ, τις κατοικίες (1,8% μερίδιο στο ΑΕΠ), παρουσίασαν ετήσια καθίζηση κατά 5,4%.
Το παραδοσιακά χωλαίνον “συστατικό” της ελληνικής οικονομίας, ο υποτομέας των επενδύσεων σε μηχανολογικό εξοπλισμό κινήθηκε με ετήσια αυξητική μεταβολή 2,3%.
Σύμφωνα με τον πιστοποιημένο διαχειριστή κεφαλαίων από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και κάτοχο μεταπτυχιακού διπλώματος από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Αλέξανδρο Νικολόπουλο, επιδείνωση σημειώθηκε στη χρονίζουσα δομική αδυναμία του εμπορικού ελλείμματος. Σε 12μηνη βάση οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 0,84% ενώ οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 4,2%, με αποτέλεσμα ο λογαριασμός του καθαρού υπολοίπου εξαγωγών – εισαγωγών, να αφαιρεί από το συνολικό ΑΕΠ το 6,8% της αξίας του, σε σύγκριση με το 6% του προηγούμενου τριμήνου.
Σε ιστορικό πλαίσιο και πάντα σε πραγματικές τιμές το ΑΕΠ της χώρας αντιστοιχεί στο επίπεδο του Σεπτεμβρίου του 2001. Σε σχέση δε με το υψηλό των 252 δις Ευρώ του Μαρτίου του 2008, το συνολικό εθνικό προϊόν υπολείπεται ακόμη κατά 22,01%.
Συγκεκριμένα και πάντα σύμφωνα με τον κ. Νικολόπουλο (φωτό) της επενδυτικής εταιρείας HellasFin, η ελληνική οικονομία παρά τους ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης συγκριτικά με την Ευρωζώνη καλείται να αντιμετωπίσει τις “συμπληγάδες” του πληθωρισμού στο υπόλοιπο του 2024. Ιδιαίτερες ανησυχίες εγείρονται από το πολύ υψηλό ποσοστό συμμετοχής της κατανάλωσης στην τελική διαμόρφωση του ΑΕΠ (Ιδιωτική 70,1% και Δημόσια 19,3%).
Αναφορικά με τις πάγιες επενδύσεις, η σύγκριση με την Ευρωζώνη είναι ακόμη απογοητευτική. Η συνεισφορά τους στο ελληνικό εθνικό προϊόν, με την συμπερίληψη των ενισχύσεων στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης, ανάγεται στο 14,4%, όταν ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη ανέρχεται στο 21%.
Η συνθήκη της υψηλής κατανάλωσης και χαμηλής παραγωγικής βάσης αποτυπώνεται στην πάγια αιμορραγία από τον λογαριασμό των καθαρών εξαγωγών. Η ελληνική οικονομία δεν μπορεί εγχωρίως να παράγει προϊόντα και να παρέχει υπηρεσίες προκειμένου να υποκαταστήσει τις αντίστοιχες εισαγωγές της. Η ενεργή συμμετοχή της χώρας στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας μπορεί να επιτευχθεί μέσω της παραγωγής και εμπορίας καινοτόμων και ανταγωνιστικών προϊόντων και υπηρεσιών, τομέα στον οποίο προς το παρόν υστερεί σημαντικά.
Η τουριστική βιομηχανία, η δυναμική συνιστώσα της ελληνικής οικονομίας, δεν μπορεί να θεωρηθεί επαρκές μοντέλο διατηρήσιμης ανάπτυξης των επόμενων δεκαετιών.
Η οικονομική κρίση του 2009 ήταν κυρίως αποτέλεσμα των δίδυμων ελλειμμάτων. Δημοσιονομικό έλλειμμα δεν υφίσταται πλέον. Υφίσταται όμως σημαντικό αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο.