Αλλαγές στις Πανελλαδικές: «Stop» στην εισαγωγή σε ΑΕΙ με λευκή κόλλα

Με ελάχιστη βάση εισαγωγής και μηχανογραφικό σε δύο φάσεις, επιχειρεί το υπουργείο Παιδείας να «ξορκίσει» το διαρκώς διογκούμενο φαινόμενο της εισαγωγής στα Πανεπιστήμια με «λευκή κόλλα» αλλά και της πολυπληθούς κατηγορίας φοιτητών που σπουδάζουν αντικείμενα που δεν τους ενδιαφέρουν, καταλήγοντας να εξελιχθούν σε «αιώνιους φοιτητές».

Παρά την επέλαση της πανδημίας που έχει παραλύσει τη διά ζώσης εκπαιδευτική διαδικασία, η πολιτική ηγεσία δείχνει αποφασισμένη να προχωρήσει άμεσα σε αλλαγές, ακόμα και από την τρέχουσα σχολική χρονιά, ώστε να αναχαιτίσει την εισροή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση φοιτητών με πολύ χαμηλές επιδόσεις. Εκπρόσωποι της εκπαιδευτικής κοινότητας βρίσκουν θετική οποιαδήποτε πρωτοβουλία θα βάλει «τέλος» στις παθογένειες της σύνδεσης του Λυκείου με τα ΑΕΙ, όμως οι ταχύτατες ενέργειες του υπουργείου Παιδείας τούς έχουν φέρει απέναντι από τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Εκπαιδευτικοί και αναλυτές, ενώ συμφωνούν επί της αρχής του σχεδιασμού, αντιτίθενται στην πρόθεση της πολιτικής ηγεσίας να το εφαρμόσει για τους φετινούς μαθητές της Γ’ Λυκείου.

Βέβαια, το υπουργείο Παιδείας έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν αιφνιδιάζει τους μαθητές, καθώς αλλάζει τους όρους κατάταξης εισαγωγής αλλά όχι τη διαδικασία ούτε το διάβασμα των μαθητών. Γι’ αυτόν τον λόγο, μάλιστα, δεν προκρίθηκαν προτάσεις όπως η βάση εισαγωγής σε ένα μάθημα βαρύτητας, το οποίο δεν θα μπορούσε να ανακοινωθεί εν μέσω της σχολικής χρονιάς, ανατρέποντας τη διαδικασία μελέτης των υποψηφίων της Γ’ Λυκείου.

» Τι περιλαμβάνει το σχέδιο του υπουργείου και παραδείγματα για το πώς θα μπορούσε να εφαρμοστεί: Για πρώτη φορά το κάθε πανεπιστημιακό τμήμα, βάσει συντελεστών, θα επιλέγει μόνο του την ελάχιστη βάση εισαγωγής για τους εισακτέους του. Ο μέσος όρος των επιδόσεων των υποψηφίων ανά επιστημονικό πεδίο θα λειτουργεί ως «πυξίδα» για τα Πανεπιστήμια να ορίσουν την ελάχιστη βάση εισαγωγής, χωρίς όμως να έχουν τη δυνατότητα να αποκλίνουν με μεγάλη διαφορά, ούτε προς τα πάνω ούτε προς τα κάτω. Με αυτόν τον τρόπο, αποκλείονται οι υποψήφιοι της «λευκής κόλλας» από τα ΑΕΙ, ενώ παράλληλα δεν επιτρέπεται σε δημοφιλείς σχολές να δεχτούν μικρό αριθμό εισακτέων.

Η ελάχιστη βάση εισαγωγής δεν θα είναι η ίδια κάθε χρονιά και θα προσαρμόζεται ανάλογα με τις επιδόσεις των μαθητών. Σε μια χρονιά που το σύνολο των υποψηφίων δεν ανταποκρίθηκε με υψηλές επιδόσεις στα θέματα, η βάση εισαγωγής θα «πέφτει», ενώ σε μια χρονιά με υψηλές επιδόσεις η βάση εισαγωγής θα ανεβαίνει. Ο παραπάνω σχεδιασμός θα επηρεάσει, κυρίως, τους εισαχθέντες σε μεσαίες και χαμηλόβαθμες σχολές, οι οποίες θα διαμορφώσουν τη βάση εισαγωγής τους σύμφωνα με το προφίλ που θέλουν να έχουν τα τμήματά τους.

Βέβαια, ο αντίκτυπος θα κριθεί από τα αντανακλαστικά των πανεπιστημιακών τμημάτων, αν θα κινηθούν τολμηρά ή συντηρητικά.

Μείωση εισακτέων

Ο περιορισμός των εισακτέων προκύπτει σχεδόν «μοιραία» από τα παραπάνω, καθώς οι πρόεδροι τμημάτων θα έχουν πλέον τη δυνατότητα ανεβάζοντας τον πήχη εισαγωγής να μειώνουν τον αριθμό φοιτητών. Πώς θα διαμορφωθεί όμως ανάλογα με το κάθε επιστημονικό πεδίο;

Χαρακτηριστικό παράδειγμα υψηλών επιδόσεων από τους υποψηφίους του είναι το 3ο επιστημονικό πεδίο, Επιστημών Υγείας. Στις Πανελλαδικές του 2020 μόλις το 17,45% των υποψηφίων έγραψε από 7.000 μόρια και κάτω (σ.σ.: στο 4ο επιστημονικό πεδίο άγγιξε το 32,73%) και σε απόλυτους αριθμούς ήταν 1.918 υποψήφιοι σε σύνολο 10.989. Το αξιοπερίεργο στο εν λόγω πεδίο ήταν ότι σημείωσε την πρωτοτυπία να έχει μία από τις υψηλότερες βάσεις (σ.σ.: Ιατρική Αθήνας -18.250 μόρια) αλλά και τη χαμηλότερη (Δασολογία Καρπενησίου – 625 μόρια). Με την ελάχιστη βάση εισαγωγής, αν ο μέσος όρος επίδοσης κυμανθεί, για παράδειγμα, στα 10.000 μόρια, τα τμήματα δεν θα μπορέσουν να αποκλίσουν πολύ από αυτήν τη βάση εισαγωγής, με αποτέλεσμα οι υποψήφιοι με βαθμούς 4 και 5 να μείνουν εκτός και τα Πανεπιστήμια να ανακτήσουν το κύρος τους επιστρέφοντας σε υψηλές βάσεις.

Στον αντίποδα, το 4ο επιστημονικό πεδίο, που παραδοσιακά παρουσιάζει τις χαμηλότερες επιδόσεις στους υποψηφίους του, με 7.655 να γράφουν κάτω από 7 σε σύνολο 23.386, θα έχει χαμηλότερο μέσο όρο (σ.σ.: για παράδειγμα, 8.000 μόρια) από το 3ο επιστημονικό πεδίο, αποκλείοντας όμως και σε αυτήν την περίπτωση την εισαγωγή στα ΑΕΙ με βαθμούς 3-4. Με έναν υποθετικό μέσο όρο 8.000 μόρια, τα πανεπιστημιακά τμήματα δεν θα μπορούν να «ρίξουν» τη βάση κάτω από 6.500-7.000 μόρια.

Διπλό μηχανογραφικό

Η δεύτερη μεταρρύθμιση περιλαμβάνει συμπλήρωση μηχανογραφικού σε δύο φάσεις, με στόχο τη συνειδητοποιημένη επιλογή σχολής από τους υποψηφίους. Οι επιλογές πλέον θα είναι περιορισμένες και όχι ελεύθερες όπως πρότινος. Οι υποψήφιοι θα συμπληρώνουν το μηχανογραφικό τους με λίγες επιλογές και, εφόσον δεν περάσουν σε καμία από τις επιλογές τους, στη συνέχεια θα έχουν «δεύτερη ευκαιρία» συμπληρώνοντας μηχανογραφικό με βάση τις λιγότερο αγαπημένες επιλογές τους, που δεν συμπεριέλαβαν στην πρώτη φάση.

Στόχος είναι η καλύτερη κατανομή των φοιτητών στα Πανεπιστήμια, με τη δεύτερη φάση του μηχανογραφικού να ευνοεί, κυρίως, τα περιφερειακά τμήματα αλλά και πιο συνειδητοποιημένες επιλογές με σκοπό τον περιορισμό των μετεγγραφών.

Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής

Δείτε τις ειδήσεις από την Ανατολική Αττική και όλη την Ελλάδα και όλο τον κόσμο στο irafina.gr.
Κάντε like στη σελίδα του irafina.gr στο Facebook
Ακολούθηστε το irafina.gr στο Twitter

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.