Εκδόσεις Πατάκης: Η Ζωή, ο Χόλντεν, ο Νικόλας, η Τζοβάννα. «Όταν ο ήλιος…», ο «Φύλακας στη σίκαλη», το «Σοφό παιδί», η «Απατηλή ζωή των ενηλίκων»

Μυθιστορήματα ενηλικίωσης, coming of age novels, Bildungsromane, βιβλία που χαρτογραφούν τη ζώνη της εφηβείας, το σκοτεινό δάσος ανάμεσα στην παντοκρατορία της παιδικής ηλικίας και τον χαώδη «πραγματικό» κόσμο.

Το Όταν ο ήλιος… πρωτοκυκλοφόρησε το 1971. Με εισαγωγή του Στρατή Τσίρκα, που υπογραμμίζει όλα αυτά που έκαναν τελικά κλασικό το τρίτο μυθιστόρημα της Ζωρζ Σαρή (1925-2012), το βιβλίο παρακολουθεί, σε όλη τη διάρκεια του πολέμου και της Κατοχής, «μέρα μέρα τη ζωή μιας μέσης αστικής οικογένειας της Αθήνας, ο πατέρας καθηγητής στην Ανωτάτη, η μητέρα Γαλλίδα της Σενεγάλης, που εγκατέλειψε τα πάντα για να ακολουθήσει τον άντρα της, και τα τρία κορίτσια τους, το πρώτο εργάζεται, το αλλά δύο σπουδάζουν». Η Ζωή είναι το μικρότερο κορίτσι και κεντρική ηρωίδα του βιβλίου, alter ego της ίδιας της Ζωρζ.

Η Ειρήνη γελάει. Μ’ αγαπάει. Κι εγώ την αγαπώ, μα τη ζηλεύω. Είναι δυο χρόνια πιο μεγάλη και τα ξέρει όλα. Η μαμά τη φωνάζει «το κορίτσι με τα χρυσά δάχτυλα» και νευριάζω. Η Ειρήνη με παρηγορεί: «Τι θυμώνεις; Ο Θεός τα πάντα εν σοφία εποίησε. Εσύ θα παλεύεις στη ζωή με τα μάτια σου κι εγώ με τα χέρια μου». Έχω μεγάλη ιδέα για τα μάτια μου. Τα βρίσκω πολύ όμορφα. Μ’ αρέσει να κοιτάω στον καθρέφτη. Τα γουρλώνω και γίνονται θεόρατα. Η Ειρήνη φοράει γυαλιά για τη μυωπία της. Όταν τα βγάζει, το βλέμμα της είναι αφηρημένο, σαν χαμένο, λίγο αλληθωρίζει. Λίγο, αλλά αλληθωρίζει. Στο πρόσωπό της, χρόνια τώρα, βγαίνουν ένα σωρό σπυράκια. Τα ζουπάει και της αφήνουν σημάδια. Το δέρμα το δικό μου είναι λείο και στιλπνό. Εκείνη δε με ζηλεύει. Είναι περήφανη όταν έρχονται οι φίλες της στο σπίτι. «Η αδερφή μου» λέει και καμαρώνει. Βέβαια, για τον Περικλή δεν της καλοφάνηκε. Μα σε τίποτε δεν έφταιξα εγώ. Εκείνος με διάλεξε.

Εβδομήντα χρόνια πριν, στα 1951, κυκλοφορεί στην Αμερική το πιο εμβληματικό μυθιστόρημα ενηλικίωσης έκτοτε, για τον δυτικό κόσμο τουλάχιστον. Με τον αινιγματικό τίτλο The Catcher in the Rye, το πρώτο μυθιστόρημα του προοδευτικά ολοένα και πιο αινιγματικού συγγραφέα του, του J.D. Salinger (1919-2010), ο Φύλακας στη σίκαλη* είναι η εξιστόρηση της κορύφωσης μιας σειράς ατυχών συμβάντων «τα περσινά Χριστούγεννα» που οδήγησαν τον δεκαεξάχρονο Χόλντεν, κεντρικό ήρωα και αφηγητή της ιστορίας του, στο να «κλατάρει» και να τον «κουβαλήσουν» κάπου, «σε τούτη εδώ τη χαμοκέλα», για «να κουλάρει».

*Η πρώτη ελληνική μετάφραση, με τίτλο Ο φύλακας στη σίκαλη, έγινε από την Τζένη Μαστοράκη και εκδόθηκε από τον Επίκουρο το 1977. Ακολούθησε, το 2014, αναθεωρημένη μετάφραση της ίδιας, με τίτλο Στη σίκαλη, στα στάχια, ο πιάστης από τις Εκδόσεις Γράμματα. Η νέα μετάφραση, της Αθηνάς Δημητριάδου, κυκλοφόρησε το 2020 από τις Εκδόσεις Πατάκη. Ευχαριστούμε θερμά την κυρία Μαστοράκη για την παραχώρηση του τίτλου Ο φύλακας στη σίκαλη.

Έχω ζήσει στη Νέα Υόρκη όλη μου τη ζωή, και το Σέντραλ Παρκ το ξέρω σαν την παλάμη μου, γιατί πήγαινα όλη την ώρα κι έκανα πατίνια, ή πήγαινα για ποδήλατο όταν ήμουνα μικρός, κι όμως εκείνο το βράδυ είδα κι έπαθα ώσπου να βρω τη λιμνούλα. Ήξερα πού ακριβώς ήτανε —ήταν πολύ κοντά στη νότια πλευρά κι έτσι—, παρ’ όλα αυτά δεν την έβρισκα με τίποτα. Φαίνεται πως ήμουνα πιο μεθυσμένος απ’ ό,τι νόμιζα. Όλο και περπατούσα, κι όλο πιο σκοτεινά γινόταν και πιο απόκοσμα. Όση ώρα ήμουνα στο πάρκο δεν απάντησα ψυχή. Καλύτερα πάντως. Αν μου τύχαινε κανένα συναπάντημα, θα σαλτάριζα κάνα μίλι μακριά.

Διαβάστε τη συνέχεια του αποσπάσματος εδώ.

Το 1993 εκδίδεται το πρώτο μυθιστόρημα του 27χρονου τότε Χρήστου Χωμενίδη. «Ξεκίνησα το Σοφό παιδί τον Αύγουστο του 1989, είκοσι τριών χρόνων μα πεπεισμένος ήδη από τα δεκαεφτά μου ότι ο προσωπικός μου τρόπος για να αντιμετωπίσω τον κόσμο ήταν γράφοντας βιβλία». Ο οκτάχρονος Νικόλας βρίσκεται ξαφνικά, στα 1974, από το χωριό του στην Ήπειρο, το Πάπιγκο, «σ’ ένα πρότυπο Ελληνοαμερικανικό σχολείο στην πρωτεύουσα, που ονομαζότανε Κολλέγιο και μόρφωνε την αφρόκρεμα του ελληνικού κατεστημένου». Το βιβλίο τον ακολουθεί μέχρι το τέλος μιας θυελλώδους εφηβείας.

Πήγαινα στην πρώτη γυμνασίου και τα περνούσα χάλια από κάθε άποψη: ο πατέρας μου είχε ήδη μπει στο νοσοκομείο, τα μούτρα μου είχαν γεμίσει σπυριά, ο Τόμμυ ήταν κάθε Σάββατο σχεδόν καλεσμένος σε πάρτι κι εγώ έμενα σπίτι να νταντεύω τη Νίκη. Με είχαν ρίξει σ’ ένα τμήμα όπου δεν είχα κανένα φίλο — με είχαν πάρει τελείως στο ψιλό και με εξέλεξαν παμψηφεί πρόεδρο επίτηδες για να μου κάνουν πλάκα.

Διαβάστε τη συνέχεια του αποσπάσματος εδώ.

Η Απατηλή ζωή των ενηλίκων, το πιο πρόσφατο μυθιστόρημα της Ιταλίδας Έλενα Φερράντε, της οποίας η ταυτότητα αποτελεί ίσως το πιο επτασφράγιστο λογοτεχνικό μυστικό του καιρού μας, πρωτοκυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2019*. Κεντρική ηρωίδα και αφηγήτρια του βιβλίου η δεκαεξάχρονη Τζοβάννα, που ακροβατεί ανάμεσα σε δύο γειτονιές, συνώνυμες δύο διαμετρικά αντίθετων κόσμων, της Νάπολης, και σε δύο πρόσωπα, το όμορφο παιδικό κι αυτό της άσχημης, επιθετικής έφηβης. «Οι γονείς της, καθηγητές και οι δύο, περιμένουν από την κόρη τους να γίνει μια καλλιεργημένη, αυτόνομη, ελεύθερη γυναίκα, με κύρος. Όμως ένα μικρό γεγονός μπλοκάρει όλον τον μηχανισμό που την περιβάλλει και το κορίτσι αρχίζει να νιώθει σαν να είναι ο χαλασμένος καρπός ενός ψεύτικου περιβάλλοντος (…). Η Τζοβάννα βρίσκει αυτά τα εργαλεία μέσα στο ίδιο της το σπίτι και τα χρησιμοποιεί εναντίον του ίδιου κόσμου που της τα έδωσε. Στην επανάστασή της κουβαλάει τα ήδη έτοιμα εφόδιά της κι έτσι είναι γρήγορη και αποφασιστική. Όμως το να φέρνεις τα πάνω κάτω στο καλά καλλιεργημένο “εγώ” σου είναι επικίνδυνο εγχείρημα. Δεν αλλάζεις μορφή για να πάρεις μία άλλη που σου φαίνεται πιο αληθινή, χωρίς να ρισκάρεις το ενδεχόμενο να χάσεις τον εαυτό σου».

*Η ελληνική έκδοση, σε μετάφραση της Δήμητρας Δότση, κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 2020, ταυτόχρονα με πολλές άλλες γλώσσες.

Δυο χρόνια πριν φύγει από το σπίτι, ο πατέρας μου είπε στη μητέρα μου ότι ήμουν πολύ άσχημη. Τη φράση αυτή την είπε ψιθυριστά, στο διαμέρισμα που είχαν αγοράσει οι γονείς μου, νιόπαντροι ακόμα, στο Ριόνε Άλτο, στο τέρμα της οδού Σαν Τζάκομο ντέι Κάπρι. Τα πάντα —η Νάπολη, το μπλε φως ενός ψυχρού Φεβρουαρίου, τα λόγια εκείνα— πάγωσαν. Εγώ πάλι κατάφερα να ξεγλιστρήσω και εξακολουθώ να ξεγλιστρώ ακόμη και τώρα μέσα από αυτές τις γραμμές που θέλουν να αποτυπώσουν την ιστορία μου, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα, τίποτα δικό μου, τίποτα που να έχει αρχίσει στ’ αλήθεια ή να έχει στ’ αλήθεια ολοκληρωθεί: Μονάχα ένα κουβάρι που κανείς, ούτε καν αυτή που ετούτη τη στιγμή γράφει, δεν ξέρει αν περιέχει το σωστό νήμα της αφήγησης ή αν είναι μονάχα ένας συγκεχυμένος πόνος, δίχως λυτρωμό.

Διαβάστε ένα ακόμη απόσπασμα από το βιβλίο εδώ.

Η Ζωρζ Σαρή αφιερώνει το βιβλίο της στη μνήμη των γονιών της, ο Σάλιντζερ στη μητέρα του, ο Χωμενίδης στον πατέρα του (και στη Σύλβια Πετροσιάν).

Δείτε τις ειδήσεις από την Ανατολική Αττική και όλη την Ελλάδα και όλο τον κόσμο στο irafina.gr.
Κάντε like στη σελίδα του irafina.gr στο Facebook
Ακολούθηστε το irafina.gr στο Twitter

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.