Η Σωτηρία Μπέλλου, το οικόπεδο & το παλατάκι στα Σπάτα – Τι έγραψε στη διαθήκη της

Την ευγνωμοσύνη της στο μόνο πρόσωπο που της συμπαραστάθηκε εν ζωή αλλά και την πικρία της για όλους όσοι της φέρθηκαν με αχαριστία και την εγκατέλειψαν εξέφρασε η τραγουδίστρια Σωτηρία Μπέλλου μέσα από τη διαθήκη που έκανε μόλις δέκα ημέρες πριν από τον θάνατό της.

Η «μούσα» του Τσιτσάνη και τόσων άλλων λαϊκών συνθετών στις 17 Ιανουαρίου 1997 συνέταξε τη διαθήκη της ορίζοντας ως μοναδική κληρονόμο της περιουσίας της τη φίλη της Γεωργία ή Ζωρζέτα Παναγιώτη: «Σε ένδειξη ελάχιστης ευγνωμοσύνης για την ηθική συμπαράσταση και την υλική βοήθεια που μου δείχνει τόσα χρόνια».

Η Σωτηρία Μπέλλου με τη διαθήκη της ζητούσε από την κληρονόμο της να συνεχίσει και να ολοκληρώσει τη δίκη που εκείνη σκόπευε να ξεκινήσει προκειμένου να ακυρώσει τη δωρεά που είχε κάνει στην Αναστασία Κούκουνα και η οποία αφορούσε ένα οικόπεδο στα Σπάτα.

«Η Κούκουνα Αναστασία», επισημαίνεται στη χειρόγραφη διαθήκη, «μου φέρθηκε με μεγάλη αχαριστία και με δόλο μου στέρησε το περιουσιακό μου στοιχείο και θέλω να ακυρωθεί αυτή η δωρεά».

Η Σωτηρία Μπέλλου, ολοκληρώνοντας τη διαθήκη της, επαναλαμβάνει την ευγνωμοσύνη της προς τη Γεωργία Παναγιώτη, αλλά δεν παραλείπει να αναφερθεί και στους συγγενείς της, οι οποίοι, όπως γράφει, την ξέχασαν: «Θέλω για μία ακόμη φορά να ευχαριστήσω τη Γεωργία που μου στάθηκε σαν παιδί μου ενώ οι συγγενείς μου όλοι με εγκατέλειψαν και κανένας δεν ενδιαφέρθηκε για μένα».

Η Σωτηρία Μπέλλου κατοικούσε στα Σπάτα. Το σπίτι της το ονόμαζαν “παλατάκι”

Ήταν ένα διώροφο, με κάτι κολόνες στην είσοδο (εξού και παλατάκι) και ένα αγρόκτημα στο πίσω μέρος

Γεννήθηκε στις 22 Αυγούστου του 1921 στο χωριό Δροσιά (παλ. ονομασία Χάλια) κοντά στη Χαλκίδα, αλλά η καταγωγή της ήταν από το χωριό Οκτωνιά.

Παντρεύτηκε σε πολύ μικρή ηλικία. Ο άντρας της ήταν μέθυσος, ενώ κατά τη διάρκεια ενός από τους ξυλοδαρμούς η Σωτηρία έριξε βιτριόλι στο πρόσωπό του. Για αυτό το γεγονός καταδικάστηκε σε τρία χρόνια στη φυλακή, από τα οποία εξέτισε έξι μήνες. Μετά την αποφυλάκισή της επιστρέφει στην οικογένειά της, αλλά μετά από προστριβές με τους δικούς της μετακομίζει στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1940, ακριβώς με την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, και δίνει μόνο αγώνα για την επιβίωση.

Συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση με το ΕΑΜ. Έλαβε μέρος στη Μάχη της Αθήνας, τον Δεκέμβριο του 1944, τραυματίστηκε και στη συνέχεια αντιμετώπισε τις συνθήκες φυλακής και της απομόνωσης μαζί με χιλιάδες άλλους αγωνιστές και αγωνίστριες.

Κατά την αντιστασιακή της δράση μετέφερε μηνύματα σε γιάφκες και συμμετείχε στην οργάνωση συσσιτίων και καλλιτεχνικών εκδηλώσεων. Μάλιστα η δράση της είχε αποτέλεσμα τη σύλληψή της το 1943 μετά από προδοσία και το βασανισμό της στα διαβόητα κρατητήρια της οδού Μέρλιν (Αρχηγείο της Γκεστάπο στην Αθήνα), όπου βασανίστηκε για πολλές μέρες. Συνελήφθη, βασανίστηκε και κλείστηκε στη φυλακή.

Το 1947, μετά την απελευθέρωση κι αφού έχει γνωρίσει την αγριότητα και τις εμφυλιοπολεμικές διώξεις, γνωρίζεται και ξεκινάει τη συνεργασία της με τον Βασίλη Τσιτσάνη τα τραγούδια του οποίου είναι τα πιο σημαντικά του ρεπερτορίου της. Το 1948 μια ομάδα φανατικών ακροδεξιών εισήλθαν στο χώρο που τραγουδούσε και την ξυλοκόπησαν με το χαρακτηρισμό «Βουλγάρα» (κομμουνίστρια), χωρίς ούτε οι μουσικοί και ούτε ίδιος ο Τσιτσάνης να τολμήσουν να σηκωθούν από τις καρέκλες τους.

Παρ’ όλα αυτά σύντομα αναγνωρίζεται ως μία από τις καλύτερες ερμηνεύτριες στα ρεμπέτικα. Ορισμένες από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της είναι τα Συννεφιασμένη Κυριακή, Τα Καβουράκια και Όταν Πίνεις Στην Ταβέρνα του Βασίλη Τσιτσάνη, με τις οποίες καθιερώθηκε στο χώρο της λαϊκής μουσικής. Πέραν του Τσιτσάνη, συνεργάστηκε και με πολλούς άλλους συνθέτες, μεταξύ των οποίων οι Γιάννης Παπαϊωάννου (Άνοιξε, Άνοιξε) [9] και Απόστολος Καλδάρας (Είπα Να Σβήσω Τα Παλιά).

Η καριέρα της γνώρισε κάμψη στις αρχές της δεκαετίας του 1960, όμως το 1966 επανήλθε έπειτα από συνεργασίες της με σύγχρονους έντεχνους συνθέτες όπως ο Διονύσης Σαββόπουλος (“Ζεϊμπέκικο”), ο Ηλίας Ανδριόπουλος (Μην Κλαις) και ο Δήμος Μούτσης (Δε Λες Κουβέντα).

Μέχρι τη δεκαετία του 1980 εξακολουθεί να συνεργάζεται με τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες της λαϊκής και της ρεμπέτικης μουσικής σε πολλές συναυλίες και ηχογραφήσεις. Ήταν ανοιχτά λεσβία σε μία εποχή που αυτό ήταν αδιανόητο.Υπέστη κατά καιρούς διάφορες κρίσεις με προβλήματα αλκοολισμού ενώ ήταν εθισμένη και στον τζόγο.

Τον Μάρτιο του 1993 αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα υγείας με πνευμονικό εμφύσημα, οπότε και διαγνώστηκε ότι έπασχε από καρκίνο του φάρυγγα. Λόγω των οικονομικών προβλημάτων της έφτασε σε σημείο να πουλήσει τους δίσκους της στο Κολωνάκι. Ξεπούλησε σε μία ώρα. Κατά τη νοσηλεία της στο νοσοκομείο Σωτηρία το 1994 έδωσε συνέντευξη στο Νίκο Κακαουνάκη στο «Επ’ αυτοφώρω», μιλώντας με δυσκολία λόγω του καρκίνου. Ύστερα από λίγους μήνες έχασε τη φωνή της, ενώ οι μόνοι που ήταν δίπλα της ήταν τα ανίψια της. Το Μάρτιο του 1996 εμφανίστηκε σε συνέντευξη στη Νανά Παλαιτσάκη στην «5η παρουσία».

Απεβίωσε στις 27 Αυγούστου του 1997 στο Νοσοκομείο Μεταξά.

Στην καριέρα της, από τα μέσα του 1940 έως τα μέσα του 1990, συνεργάστηκε με σημαντικούς συνθέτες, μεταξύ των οποίων οι Βασίλης Τσιτσάνης, Γιώργος Μητσάκης, Γιάννης Παπαϊωάννου, Μανώλης Χιώτης, Δημήτρης Γκόγκος, Στέλιος Κερομύτης, Μπάμπης Μπακάλης, Τάκης Λαβίδας, Μαρίνος Γαβριήλ, Αργύρης Κουνάδης, Ηλίας Ανδριόπουλος, Δήμος Μούτσης, Γιάννης Μαρκόπουλος, Σταύρος Ξαρχάκος, Διονύσης Σαββόπουλος, Νίκος Μαμαγκάκης, Βασίλης Δημητρίου και Δημήτρης Λάγιος.

Με πληροφοριες από το wikipedia

Δείτε τις ειδήσεις από την Ανατολική Αττική και όλη την Ελλάδα και όλο τον κόσμο στο irafina.gr.
Κάντε like στη σελίδα του irafina.gr στο Facebook
Ακολούθηστε το irafina.gr στο Twitter

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.