Επιφυλάξεις για τα ποσοστά αποτελεσματικότητας των εμβολίων που ετοιμάζονται να λανσάρουν στην αγορά οι διεθνείς φαρμακευτικοί κολοσσοί εκφράζει μέσω της «δημοκρατίας» ο καθηγητής Παθολογίας, Ερευνας και Πολιτικής Υγείας, Επιστημών Δεδομένων και Στατιστικής στο πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, Ιωάννης Π.Α. Ιωαννίδης.
Αν και ο διεθνούς κύρους επιστήμονας ξεκαθαρίζει κατηγορηματικά ότι είναι υπέρ των εμβολιασμών, εντούτοις επισημαίνει πως τα εντυπωσιακά ποσοστά που δημοσιεύουν οι φαρμακευτικές εταιρίες δεν σημαίνουν ότι όποιος εμβολιαστεί και κολλήσει κορoνοϊό δεν θα νοσήσει σοβαρά.
«Μακάρι τα εμβόλια να είναι τόσο αποτελεσματικά και ασφαλή. Αισιοδοξώ, αλλά περιμένω τα πλήρη αποτελέσματα πρώτα. Στο μεταξύ, θα πρέπει να προσέξουμε να μην προσφέρουμε υλικό συνωμοσιών στο αντι-εμβολιαστικό κίνημα. Από όσα έχουν παρουσιαστεί στα δελτία Τύπου, φαίνεται ότι η αποτελεσματικότητα αφορά κυρίως αριθμό λοιμώξεων, ανεξαρτήτως σοβαρότητας. Οι περισσότερες από αυτές τις λοιμώξεις είναι ασυμπτωματικές ή με λίγα συμπτώματα» εξηγεί.
Ο καθηγητής προσθέτει πως υπάρχουν λίγα δεδομένα για κλινικά πιο σοβαρές λοιμώξεις, αλλά πρέπει να περιμένουμε να δούμε τα πλήρη δεδομένα για να ξέρουμε πώς ακριβώς ορίζονται οι σοβαρές περιπτώσεις.
«Αυτό που δεν θα ξέρουμε μάλλον, ακόμα και μετά τη λεπτομερή δημοσίευση των αποτελεσμάτων, είναι κατά πόσο ο εμβολιασμός θα μειώνει αξιόλογα την πιθανότητα θανάτου στον ευρύτερο πληθυσμό, ειδικά σε μια χώρα όπου ήδη έχει μολυνθεί ένα ικανό μέρος του πληθυσμού και δεν είναι σχετικά παρθένα στον ιό» εξηγεί.
Πάντως, και ο ίδιος ο διευθύνων σύμβουλος της Pfizer Άλμπερτ Μπουρλά επισήμανε σε συνέντευξή του το βράδυ της Πέμπτης ότι η φαρμακευτική εταιρία δεν είναι ακόμη σε θέση να γνωρίζει εάν το εμβόλιο εμποδίζει τη μετάδοση του ιού! «Αυτό είναι κάτι που πρέπει να εξεταστεί» δήλωσε, προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις στους χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
«Το γεγονός ότι ο ρυθμιστικός οργανισμός της Μεγάλης Βρετανίας (MHRA) έδωσε ήδη την Τετάρτη έγκριση για ένα από τα εμβόλια σαφώς ενισχύει την εμπιστοσύνη σε αυτό. Αλλά η επιστημονική κοινότητα ελπίζει να δει πάρα πολύ σύντομα και τα πλήρη δημοσιευμένα δεδομένα σε επιστημονικά περιοδικά ύστερα από διαδικασία κρίσης για όλα αυτά τα εμβόλια», αναφέρει ο δρ Ιωαννίδης, τονίζοντας πως τα δεδομένα για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων συνεχίζουν να συλλέγονται και μετά την προσωρινή έγκριση.
«Στην περίπτωση αυτών των τόσο γρήγορα ανεπτυγμένων και εγκεκριμένων εμβολίων είναι ακόμα πιο σημαντικό να συνεχίζουμε να συλλέγουμε όσο είναι δυνατόν τα καλύτερα δεδομένα, ώστε να εντοπίσουμε πιθανά προβλήματα όσο το δυνατόν νωρίτερα».
Τις τελευταίες ημέρες στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου τέθηκε η νοσηλεία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερωνύμου, ο οποίος βρέθηκε θετικός στον κορoνοϊό και εισήχθη στον Ευαγγελισμό. Η διαρροή ότι του χορηγήθηκαν μονοκλωνικά αντισώματα, όπως και στον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων σχετικά με το κατά πόσο είμαστε όλοι ίσοι απέναντι στον «αόρατο εχθρό».
Ο Αρχιεπίσκοπος πήρε εξιτήριο, η διαρροή για τη χορήγηση του συγκεκριμένου φαρμάκου που δήθεν ήρθε από την Αμερική αποκλειστικά για εκείνον διαψεύστηκε, ωστόσο παραμένουν τα ερωτήματα γύρω από το «θαυματουργό» αυτό σκεύασμα που είναι σε θέση να γιατρέψει ακόμη και νοσούντες σε πολύ προχωρημένη ηλικία. «Γιατί χορηγείται μόνο σε σημαντικά πρόσωπα της διεθνούς και εγχώρια σκηνής»; «Για ποιον λόγο, αφού υπάρχει φάρμακο για τον ιό, οι γιατροί αφήνουν καθημερινά τόσους ανθρώπους να πεθαίνουν;» είναι μόνο κάποια από τα πολλά ερωτήματα που θέτουν οι απλοί πολίτες, βλέποντας τις ζωές τους να αλλάζουν δραματικά.
«Τα μονοκλωνικά αντισώματα που εγκρίθηκαν τον Νοέμβριο είναι μια σχετικά χρήσιμη προσθήκη στη θεραπευτική φαρέτρα, αλλά δεν είναι θαυματουργά» διευκρινίζει ο καθηγητής Ιατρικής του Στάνφορντ και εξηγεί: «Οι μελέτες που οδήγησαν στην έγκρισή τους δείχνουν μείωση του ιικού φορτίου και μείωση της πιθανότητας νοσηλείας ή προσέλευσης στα επείγοντα εξωτερικά ιατρεία από 9%-10% σε 3% σε ασθενείς με ελαφρά ή μέτρια συμπτώματα, μέσα σε έναν μήνα μετά τη λήψη τους. Δεν έχουμε δεδομένα που να δείχνουν ότι τα μονοκλωνικά αυτά αντισώματα μειώνουν την πολύ βαριά νόσο ή τους θανάτους. Αρα, δεν μιλάμε για στέρηση φαρμάκων που σώζουν ζωές».
Αναφερόμενος στην αρκετά υψηλή τιμή τους, ο ομογενής επιστήμονας υπογραμμίζει πως κάποιος θα πρέπει να «ζυγίσει» αν αξίζει το κόστος τους για τα σχετικά μικρά πλεονεκτήματα που προσφέρουν. «Το σύστημα υγείας πρέπει να δίνει προτεραιότητα σε θεραπείες που σώζουν ζωές όπως, για παράδειγμα, η πάμφθηνη δεξαμεθαζόνη, ή έχουν τουλάχιστον κλινικά αξιόλογα οφέλη».
Κέλλυ Φαναριώτη
Πηγή: newsbreak.gr