Ραφήνα: Ο συγκινητικός αποχαιρετισμός της κόρης του Αντιδημάρχου Παν. Καλφαντή, Μελίνας, στον παππού της Δημήτρη Αποστολάκη

Συγγενείς, φίλοι, σύντροφοι, εκπρόσωποι της αυτοδιοίκησης, των ενόπλων δυνάμεων και πολίτες του Ηρακλείου, που είχαν εκτιμήσει το έργο του είπαν χθες το τελευταίο αντίο με τιμές επίτιμου αρχηγού του Γενικού Επιτελείου της Αεροπορίας, στον πρώην υφυπουργό Εθνικής Άμυνας και συντοπίτη μας, Δημήτρη Αποστολάκη, που έφυγε από τη ζωή.

Η εξόδιος ακολουθία τελέστηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης Ευγένιο, στο Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Μηνά στο Ηράκλειο απ’ όπου καταγόταν. Την κυβέρνηση εκπροσώπησε ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Χαρδαλιάς.

Παρών στην κηδεία του Δημήτρη Αποστολάκη, ήταν και ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ Νίκος Ανδρουλάκης ο οποίος χαρακτήρισε τεράστια την απώλεια του πρώην υφυπουργού Εθνικής Άμυνας για την Κρήτη και την παράταξη.

Με ανάρτηση της η κόρη του Αντιδημάρχου Ραφήνας Πικερμίου Παναγιώτη Καλφαντή, Μελίνα, αποχαιρέτησε τον παππού της Δημήτρη Αποστολάκη γράφοντας:

Είμαι το μεσαίο από τα πέντε εγγόνια του Δημήτρη του Αποστολάκη, που για μας θα είναι πάντα απλώς ο παππούς ο Τάκης
μου δίνει μεγάλη χαρά που έχουν μαζευτεί εδώ τόσοι άνθρωποι, με τίτλους επίσημους, που του αποδόθηκαν τέτοιες τιμές, που άκουσα τόσα λόγια για την καριέρα του, την πολιτική και επαγγελματική του πορεία. Χαίρομαι που έδωσε το στίγμα του σε έναν πολιτικό χώρο και ένα επάγγελμα που διάλεξε και τον εξέφραζε.

Για μένα όμως, δεν ήταν αυτός ο παππούς μας. Δεν βρίσκεται σε αυτά τα λόγια.
Ο δικός μου ο παππούς βρίσκεται εδώ στην πόλη του, στο Ηράκλειο, την πόλη που τον γέννησε και τον μεγάλωσε και λάτρευε πάντα.

Κάθεται στην αυλή με τη λεμονιά, που μυρίζει γιασεμί, διαβάζει την εφημερίδα του ενώ κόβουν βόλτες τριγύρω του τα σαμιαμίδια. Φοράει βερμούδα και χρωματιστά μπλουζάκια και προτιμά να περπατά ξυπόλητος, ιδίως όταν περπατά δίπλα στη θάλασσα, με τα χέρια στις τσέπες, το δέρμα πάντα ηλιοκαμένο, αλειμμένο με ελαιόλαδο, αλατισμένο μετά το αγαπημένο του κολύμπι. Βρίσκεται στον κήπο του στην Καλλιτεχνούπολη, κάτω από το μεγάλο πεύκο, πίνει καφέ το απόγευμα και χαϊδεύει το φουντωτό κεφάλι του σκύλου του του Φοίβου.

Ο παππούς μας είναι αυτός που τα μάτια του λαμπυρίζουν από περηφάνια, κάθε φορά που τσουγκρίζει ένα ρακάκι με τα εγγόνια του, σαν κάθε φορά στο κάθε ποτηράκι, θυμάται πως είμαστε μέσα του και είναι μαζί μας: ένας παππούς που δεν προσπάθησε να μας διδάξει τίποτα και γι’ αυτό μας έμαθε τα πάντα. Με τον παππού μας, όλες οι μεγαλεπήβολες λέξεις, όπως κληρονομιά, ρίζες, παραδόσεις, μετουσιώνονται σε ένα ποτήρι από την αγαπημένη του συνήθεια. Ο παππούς μου είναι η καταγωγή μου, η αγάπη μου για το νησί αυτό, η σκέψη ότι έρχομαι από κάτι μεγαλύτερο από μένα και το κουβαλάω μέσα μου.

Ο παππούς μου βρίσκεται στο πιάτο με την γραβιέρα, το παξιμάδι και το αντζούρι, που βγάζουμε όταν μαζευόμαστε όλη η του οικογένεια στην αυλή για να τον θυμηθούμε: βρίσκεται στις απλές γεύσεις και τις πιο μερακλίδικες, την παγωμένη μπύρα, το χρυσό μέλι και τα γλυκά της γυναίκας του της Λίτσας. Βρίσκεται στο πιάτο χοχλιούς με κολοκύθια που μου κρατούσε κάθε φορά που μαγείρευε, περήφανος που τους τρώω, περήφανος που ξέρει να τους μαγειρεύει, ακόμα κι αν χρειάστηκε να μείνει χήρος για να μαγειρέψει πρώτη φορά.

Ο παππούς μου ειναι αυτός που κορδώνεται ολόκληρος, όταν βάζει το καλό του πουκάμισο και με κρατάει αγκαζέ, για να πάμε σινεμά, το οποίο με έμαθε να αγαπώ γιατί ανοίγει κόσμους καινούριους, ή για να βγούμε βόλτα στο Ηράκλειο: λες και είναι ο πιο τυχερός άνθρωπος του κόσμου που μπορεί να με κυκλοφορήσει. Έτσι κάπως νιώθω κι εγώ, ακόμα κι αν κουράζομαι και λίγο που τον φωνάζουν από κάθε καφέ που περνάμε, τον καλούν να τον κεράσουν ρακή, και μία απόσταση 15 λεπτών την κάνουμε 3 ώρες.

Βρίσκεται στους βασιλικούς του που πάντα φύτευε 3-3 για να φουντώσουν και να θεριέψουν. Βρίσκεται στα πέντε κυπαρίσσια που έβαλε έξω από το σπίτι του, ένα για κάθε του εγγόνι, και τώρα που η μικρότερη, η Δήμητρα, είναι 20 χρονών, είναι πια πανήψυλα. Βρίσκεται στις χαρουπιές που φύτεψε όταν όλη του η γειτονιά κάηκε σε μία από τις τόσες πυρκαγιές που εξαφανίζουν τη φύση που αγαπούσε. Βρίσκεται στο κλαδί αμυγδαλιάς που θα φέρει κάθε άνοιξη στη μαμά μου, την κόρη του τη Μαρία, στην πιο διακριτική ρομαντική κίνηση άλλης εποχής. Βρίσκεται στο πιο άγριο, χαωτικό και γι’αυτό όμορφο πρωτομαγιάτικο στεφάνι που θα φτιάξει από τα αγριολούλουδα που θα μαζέψει σε ένα περίπατο με τα σκυλιά.

Νομίζω πως σε έναν τέτοιο περίπατο, όπως πηγαίναμε οι δυο μας τα απογεύματα, είναι που τον είδα τελευταία φορά. Ακόμα κι αν δεν ήταν αλήθεια αυτή η τελευταία φορά, ακόμα κι αν λυπάμαι που δεν ξέρω ποια ήταν, έτσι θα τον θυμάμαι. Κάθε φορά που πήγαινα στο σπίτι που μεγάλωσα δίπλα του, θα τον έπαιρνα τηλέφωνο μετά τον απαραίτητο (και για τους δυο μας) μεσημεριανό ύπνο που ακολουθούσε το φαγητό (οι φίλοι μου εμένα μου λένε πως είμαι σαν παππούς, έτσι όπως πάντα θέλω να κοιμάμαι μετά το φαγητό), να του πω να πάμε μία βόλτα τα σκυλιά. Θα με περίμενε κάτω, θα αφήναμε τη Φλάφι, τη Λου και τον Φοίβο να τρέχουν χαρούμενοι (δεν του άρεσαν ποτέ να βλέπει τα σκυλιά δεμένα κι εγώ μαζί του έμαθα να τα αγαπώ και να τα σέβομαι ως πλάσματα ελεύθερα με τα οποία μοιραζόμαστε -αν είμαστε τυχεροί- τη ζωή μας). Θα μιλούσαμε για πολιτική, για ό,τι έργο είδε ή διάβασε και τον συγκίνησε. Μπορεί οι κόσμοι μας να ήταν διαφορετικοί, μπορεί να ανήκαμε σε γενιές που έμοιαζε σαν να τις χωρίζει ένα τεράστιο χάσμα, αλλά ποτέ σε τίποτα δεν θεωρούσε ότι έχει αυτός το δίκιο. Με ρωτούσε την άποψή μου, προσκαλούσε να ακούσει κάτι που δεν είχε σκεφτεί, αγκάλιαζε ταύτοτητές μου και απόψεις που έφερα παρόλο που του ήταν ξένες, με σεβόταν και τον σεβόμουν. Μπορεί οι βόλτες μας πια να ήταν μικρές, να μην ήταν οι ολοήμερες περιπέτειες που ζούσαμε όταν ήμασταν μικρά, όταν μας έπαιρνε και ανεβαίναμε τα βουνά, όταν μαθαίναμε να τρώμε τα αγριολούλουδα και να κοιτάμε τη φύση.

Μπορεί να περπατούσε πια αργά, αλλά ήταν πάντα η στιγμή μας. Στην τελευταιά μας βόλτα, όταν γυρίσαμε σπίτι, μου είπε ευχαριστώ για την παρέα και απάντησα το ίδιο. Το εννοούσαμε και οι δύο.

Ο παππούς μας βρίσκεται στα τηλεφωνήματα που ανταλλάξαμε όταν μάθαμε το νέο πως τον χάσαμε, στα δάκρυα που έπεσαν στη γνώση ότι δεν θα τον ξανακούσουμε να λέει καλαμπούρια, και ότι δεν θα μοιραστούμε τόσα πράγματα που αγαπάμε μαζί του, αλλα και στη γνώση πως ζει μέσα μας και δεν θα τον ξεχάσουμε ποτέ. Τα παιδιά του ξέρουν ότι δεν θα μπορούσαν να έχουν καλύτερο πατέρα. Η γυναίκα του ξέρει πως είχε έναν αληθινό σύντροφο. Τα εγγόνια του, εμείς οι πέντε, μόνο μπορούμε να ελπίζουμε αν αποκτήσουμε ποτέ εγγόνια, ότι θα νιώθουν τόσο περήφανα για μας όσο εμείς για εκείνον.

Ο παππούς μας έφυγε απότομα, γρήγορα, μα ξέρουμε πως έφυγε όπως πάντα ήθελε: όρθιος, ανεξάρτητος, ευφυής, και τρυφερός.
Ο παππούς μας είναι το ποίημα που έγραψε το δεύτερο εγγόνι του, το Τιτίκι, όταν τον χάσαμε.
(το ποίημα).
ο δικός μου ο παππούς
(δικός μου στο ακέραιο και κατά το ένα πέμπτο)_
είχε την πιο καλή και την πιο μεγάλη καρδιά_
ένα μυαλό που ήξερε τα πάντα_
μια ψυχή που ήξεραν οι πάντες_
κι ένα κορμί του βουνού και της θάλασσας.
έλεγε πάντα τα ίδια αστεία_
(αυτό με την τρύπα και το φορτηγό το ξέρετε;)
δεν έλεγε ποτέ παραμύθια_
και διηγούνταν τις πιο τρελές αληθινές ιστορίες_
ο δικός μας ο παππούς
ήταν ένα υπερκοπέλι
περπατούσε πολύ
κολυμπούσε περισσότερο
και κυρίως
πετούσε.
από σήμερα μπορείτε να τον βρείτε χαμογελαστό στην πιο ευχάριστη παραθεριστική αυλή να παίζει μπιρίμπα με την παρέα του, να τσιμπολογαει νόστιμο φαγητό και να πίνει ρακάκια στην χαρά μας]
Εκ μέρους της οικογένειάς του, σας ευχαριστούμε που ήσασταν εδώ, για να θυμάστε πως ήταν ένας άνθρωπος που αγαπήθηκε πολύ και για όλους τους σωστούς λόγους.

Δείτε τις ειδήσεις από την Ανατολική Αττική και όλη την Ελλάδα και όλο τον κόσμο στο irafina.gr.
Κάντε like στη σελίδα του irafina.gr στο Facebook
Ακολούθηστε το irafina.gr στο Twitter

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.