Σαν σήμερα η επέτειος της Μάχης του Μαραθώνα! H μέρα που σώθηκε ο δυτικός πολιτισμός – Ποιος ήταν ο άγνωστος στρατιώτης

Περίφημη μάχη, που έγινε τον Σεπτέμβριο του 490 π.Χ. στην πεδιάδα του Μαραθώνα, μεταξύ των Αθηναίων και των Πλαταιέων με αρχηγό τον Μιλτιάδη και των Περσών με αρχηγούς τον Δάτι και τον Αρταφέρνη. Η κύρια πηγή πληροφόρησης για τη Μάχη του Μαραθώνα, όπως και για το σύνολο των Περσικών Πολέμων, παραμένει ο Ηρόδοτος, ο αποκαλούμενος «πατέρας της ιστορίας». Όσον αφορά την ακριβή ημερομηνία της μάχης, ο Γερμανός φιλόλογος Φίλιπ Άουγκουστ Μπεκ (1785 -1867) πρότεινε το 1855 τη 12η Σεπτεμβρίου, η οποία από τότε επικράτησε ως η συμβατική ημερομηνία για τη Μάχη του Μαραθώνα.

Το 490 π.Χ. έγινε η δεύτερη περσική εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας, με σκοπό να τιμωρηθούν οι Αθηναίοι και οι Ερετριείς, επειδή είχαν βοηθήσει τους Ίωνες να ξεσηκωθούν κατά των Περσών. Παράλληλα, όμως, ήταν και η αρχή για την πραγματοποίηση του σχεδίου υποταγής ολόκληρης της Ελλάδας από τον Δαρείο. Μαζί τους, οι Πέρσες είχαν ως οδηγό και σύμβουλο τον πρώην τύραννο της Αθήνας Ιππία, γιο του Πεισίστρατου.

Ο Περσικός στόλος με το στρατό ακολούθησε αυτήν τη φορά διαφορετικό δρόμο σε σχέση με την πρώτη εκστρατεία του Μαρδόνιου (492 π.Χ). Από την Κιλικία, όπου συγκεντρώθηκε, έπλευσε στη Σάμο, πέρασε από τις Κυκλάδες κι έφθασε στην Ερέτρια. Μετά την κατάληψη της Ερέτριας, οι Πέρσες είχαν στόχο να υποτάξουν την Αθήνα και να επαναφέρουν στην αρχή τον πιστό σ’ αυτούς Ιππία. Με την καθοδήγηση του ηλικιωμένου άνδρα πέρασαν από την Ερέτρια απέναντι στον Μαραθώνα και στην αμμώδη παραλία του σημερινού Σχοινιά.

Την εκλογή του τόπου επέβαλαν από κοινού πολιτικά κριτήρια (οι φτωχοί κάτοικοι της περιοχής, οι Διάκριοι, υποστήριζαν τους Πεισιστρατίδες) και στρατηγικοί λόγοι (η πεδιάδα ήταν κατάλληλη για τη δράση του περσικού ιππικού). Από την πλευρά των Αθηναίων η αποστολή του στρατού τους στον Μαραθώνα αποτελούσε στρατηγική επιλογή, καθώς η Αθήνα δεν περιστοιχιζόταν από ισχυρά τείχη και δεν διέθετε στόλο για να αντιμετωπίσει τον ανεφοδιασμό σε περίπτωση πολιορκίας. Εξάλλου, η πεδιάδα προσφερόταν για τη δράση της αθηναϊκής φάλαγγας.

Οι Αθηναίοι ζήτησαν τη βοήθεια των Σπαρτιατών, με αγγελιοφόρο τον Φειδιππίδη. Οι Σπαρτιάτες, αν και δέχτηκαν, δεν έστειλαν εγκαίρως βοήθεια (οι 2.000 άνδρες που υποσχέθηκαν έφθασαν στον Μαραθώνα την επομένη της μάχης). Ο λόγος που επικαλέστηκαν ήταν θρησκευτικός. Γιόρταζαν τα Κάρνια και δεν μπορούσαν να εκστρατεύσουν πριν από την πανσέληνο. Ο Πλάτωνας, όμως, αναφέρει (Νόμοι 3, 698 Ε) ότι δίσταζαν να υλοποιήσουν τη δέσμευσή τους προς τους Αθηναίους, επειδή βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση με τους Μεσσηνίους και τους είλωτες. Στο κάλεσμα των Αθηναίων ανταποκρίθηκαν μόνο οι Πλαταιείς με 1.000 άνδρες.

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Αθηναίοι στρατοπέδευσαν στο Ηράκλειο του Μαραθώνος, στις βορειοανατολικές υπώρειες του όρους Αγριελίκι, όπου υπήρχε νερό και μπορούσαν να ελέγξουν τον ορεινό όγκο προς την Αθήνα και να υποχωρήσουν σε περίπτωση ήττας. Από το ύψωμα, επίσης, μπορούσαν να παρακολουθούν τις κινήσεις του εχθρού. Η δύναμη των Αθηναίων, σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, ανερχόταν σε 10.000 και των Πλαταιέων σε 1.000 άνδρες, ενώ των Περσών σε 44.000 με 55.000 άνδρες (νεώτερες εκτιμήσεις τους υπολογίζουν σε 26.000). Οι στρατηγοί των Αθηναίων είχαν διχαστεί, καθώς μερικοί δεν ήθελαν να ξεκινήσει η μάχη, προτού έλθει η βοήθεια των Σπαρτιατών. Τελικά, ο Μιλτιάδης τούς έπεισε να επιτεθούν αμέσως κατά των Περσών και του ανατέθηκε η αρχιστρατηγία.

Η έναρξη της επίθεσης ορίστηκε για το πρωί, προκειμένου να επιτευχθεί ο αιφνιδιασμός των αντιπάλων. Η σύγκρουση έγινε στην ομαλή περιοχή κοντά στον τύμβο, όπου βρισκόταν το περσικό στρατόπεδο. Οι Αθηναίοι έπρεπε να διατρέξουν απόσταση 8 σταδίων (περίπου 1,5 χιλιομέτρου) προς τις εχθρικές γραμμές για να αποφευχθούν κατά το δυνατόν οι βολές από τους τοξότες που διέθεταν οι αντίπαλοι. Οι οπλίτες ήταν παρατεταγμένοι σε πλάτος ίσο με αυτό της περσικής δύναμης. Οι πτέρυγες ήταν ενισχυμένες, ενώ το κέντρο, όπου αντιστοιχούσε το ισχυρότερο τμήμα του περσικού στρατού, ήταν ασθενές. Στο αριστερό άκρο, όπως έβλεπαν προς τον εχθρό, βρίσκονταν οι Πλαταιείς. Στο δεξιό άκρο έλαβε τη θέση του, σύμφωνα με την παλιά συνήθεια, ο πολέμαρχος Καλλίμαχος. Το ανίσχυρο κέντρο οδηγούσαν ο Αριστείδης και ο Θεμιστοκλής, που διέθεταν την απαραίτητη στρατιωτική ικανότητα, ώστε να καλύψουν την εύθραυστη αυτή γραμμή και να καθοδηγήσουν την προγραμματισμένη υποχώρηση.

Όπως είχε σχεδιαστεί, το ελληνικό κέντρο εξασθένησε, αλλά οι πτέρυγες αναπτύχθηκαν και περικύκλωσαν τους Πέρσες, που τελικά τράπηκαν σε φυγή. Μέσα στη σύγχυση, πολλοί Πέρσες που δεν γνώριζαν την περιοχή, έπεφταν στο μεγάλο έλος, όπου οι απώλειες ήταν βαριές. Οι περισσότεροι, όμως, έτρεχαν στα πλοία που ήταν αναπτυγμένα στην ακτή του Σχοινιά. Στη συμπλοκή σώμα με σώμα που ακολούθησε, καθώς οι Πέρσες προσπαθούσαν να επιβιβαστούν στα πλοία και οι Αθηναίοι να τους εμποδίσουν και να τα κάψουν, έπεσαν ο πολέμαρχος Καλλίμαχος, ο στρατηγός Στησίλαος και ο Κυναίγειρος, αδελφός του τραγικού ποιητή Αισχύλου.

H ηρωική μορφή του Κυναίγειρου έμεινε μοναδικό παράδειγμα ανδρείας και αυταπάρνησης στην Ιστορία. Όταν οι νικημένοι Πέρσες έτρεξαν πανικόβλητοι στα καράβια τους για να σωθούν, ο Κυναίγειρος άρπαξε με τα στιβαρά χέρια του ένα καράβι και προσπάθησε να το συγκρατήσει για να μην αποπλεύσει και να προφτάσουν έτσι οι συμπολεμιστές του να το καταλάβουν. Τότε, ένας Πέρσης του έκοψε το χέρι, αλλά ο Κυναίγειρος έπιασε το πλοίο με το άλλο του χέρι. Όταν ο Πέρσης του έκοψε και το δεύτερο χέρι, ο Κυναίγειρος γράπωσε το πλοίο με τα δόντια του. Ο γενναίος Αθηναίος εγκατέλειψε την προσπάθεια, όταν ο Πέρσης στρατιώτης του έκοψε το κεφάλι.

Κι ενώ εξακολουθούσε η μάχη γύρω από τα πλοία των Περσών, ο αγγελιοφόρος Φειδιππίδης έφυγε πεζός από τον Μαραθώνα για να φέρει τη χαρμόσυνη είδηση της νίκης στους Αθηναίους. Υπερέβαλε εαυτόν κατά τη διαδρομή και μόλις αναφώνησε «Νενικήκαμεν» ενώπιον των συμπολιτών του, έπεσε νεκρός από την εξάντληση. Ο Ηροδότος δεν αναφέρει κάτι σχετικό, αλλά ο θρύλος αυτός διαδόθηκε μεταγενέστερα από τον ιστορικό Πλούταρχο (ο Φειδιππίδης αναφέρεται ως Θέρσιππος) και στη συνέχεια από τον ρητοροδιδάσκαλο και συγγραφέα Λουκιανό τον Σαμοσατέα, που αναφέρει τον Φειδιππίδη ως Φιλιππίδη.

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Αθηναίοι έχασαν στη μάχη 192 άνδρες και οι Πλαταιείς 11, ενώ οι απώλειες των Περσών ανήλθαν σε 6.400 νεκρούς και 7 βυθισμένα πλοία. Νεώτερες εκτιμήσεις, που αναφέρει η Wikipedia στο σχετικό αγγλικό λήμμα, ανεβάζουν τους νεκρούς των ελληνικών δυνάμεων σε 1.000 – 3.000 και υποβιβάζουν αυτές των Περσών στις 4.000 – 5.000.

Οι Αθηναίοι, αφού έθαψαν τους νεκρούς τους στον Μαραθώνα, ανήγειραν μνημείο από λευκή πέτρα, πάνω στο οποίο χαράχτηκε το επίγραμμα του λυρικού ποιητή Σιμωνίδη του Κείου: Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν.

Μετά την ήττα τους στο Μαραθώνα, οι Πέρσες έπλευσαν με το στόλο τους προς την Αθήνα, ελπίζοντας να τη βρουν αφρούρητη και να την καταλάβουν. Ο Μιλτιάδης, όμως, πρόλαβε να οδηγήσει έγκαιρα το στρατό στην πόλη κι έτσι οι Πέρσες αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Ασία.

Η νίκη των Αθηναίων στον Μαραθώνα:

Διέλυσε τον μύθο του αήττητου των Περσών και αναπτέρωσε το ηθικό των Ελλήνων.

Έδειξε την ανωτερότητα της ελληνικής πολεμικής τακτικής και ανέδειξε τη στρατιωτική μεγαλοφυΐα του Μιλτιάδη.

Ανέδειξε την πόλη τους σε δεύτερη δύναμη στην Ελλάδα, μετά τη Σπάρτη.

Ανέκοψε την προσπάθεια παλινόρθωσης της τυραννίας στην Αθήνα.

Εξασφάλισε τον αναγκαίο χρόνο, ώστε οι Έλληνες να προετοιμαστούν για τη συνέχιση του αγώνα τους κατά των Περσών.

Διέσωσε τον πολιτισμό τους κι έσωσε την Ευρώπη από το βάρβαρο ασιατισμό της εποχής εκείνης. Όπως είπε ο σπουδαίος βρετανός φιλόσοφος και οικονομολόγος Τζον Στιούαρτ Μιλ «η μάχη του Μαραθώνα υπήρξε, ακόμα και για τη βρετανική ιστορία, σημαντικότερη κι από τη μάχη του Χέιστινγκς».

Λαϊκές παραδόσεις ή μύθοι περιέβαλαν από πολύ νωρίς τη νίκη των Αθηναίων στον Μαραθώνα, ενώ η πίστη πως οι θεοί παρουσιάστηκαν και βοήθησαν στη μάχη ήταν διάχυτη. Εκτός από την ιστορία με τον Φειδιππίδη, ο Πλούταρχος αναφέρει ότι οι στρατιώτες είδαν το φάντασμα του μυθικού βασιλιά της Αθήνας Θησέα με πλήρη στρατιωτική εξάρτυση να καθοδηγεί και να οδηγεί τον ελληνικό στρατό προς τη νίκη. Ο Παυσανίας αφηγείται ότι κατά τη διάρκεια της μάχης εμφανίστηκε ένας αγρότης, που κρατούσε ένα άροτρο και «θέρισε» αρκετούς Πέρσες. Μετά τη μάχη, όταν τον αναζήτησαν, δεν το βρήκαν. Ρώτησαν το μαντείο, από το οποίο έλαβαν την απάντηση ότι πρέπει να τιμήσουν τον Εχετλαίο (εχέτλη = λαβή αρότρου). Σύμφωνα με τον ρωμαίο ιστορικό Κλαύδιο Αιλιανό, στη μάχη πήρε μέρος κι ένας σκύλος, που πολέμησε γενναία στο πλευρό του αφεντικού του.

Σχετικά με τη Μάχη του Μαραθώνα

Εμπνευσμένος από τη διαδρομή του Φειδιππίδη από τον Μαραθώνα στην Αθήνα για να μεταφέρει το άγγελμα της νίκης είναι ο Μαραθώνιος δρόμος, που ως αγώνισμα δεν υπήρχε στην αρχαιότητα. Η ιδέα γέννησης αυτού του αθλήματος και η ένταξή του στους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες οφείλεται στον Γάλλο γλωσσολόγο και ελληνιστή Μισέλ Μπράλ, φίλο του Πιερ ντε Κουμπερτέν, που πρότεινε κατά την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896 στην Αθήνα «την επανάληψη του διάσημου εκείνου δρόμου που εξετέλεσε ο στρατιώτης του Μαραθώνος».

Το Σπάρταθλον, ο ετήσιος διεθνής αγώνας υπερμαραθωνίου δρόμου 245,3 χιλιομέτρων, που διεξάγεται από το 1983 στη διαδρομή Αθήνα – Σπάρτη, αναβιώνει την πορεία του αγγελιοφόρου Φειδιππίδη, που εστάλη από τους Αθηναίους για να ζητήσει βοήθεια από τη Σπάρτη, λίγες ημέρες πριν από τη Μάχη του Μαραθώνα.

Ο σπουδαίος τραγικός ποιητής Αισχύλος θεωρούσε ως μεγαλύτερο επίτευγμά του τη συμμετοχή του στη Μάχη του Μαραθώνα, παρά τα θεατρικά του έργα. Γι’ αυτό στον τάφο του υπήρχε το επίγραμμα:
«Αισχύλον Εοφορίωνος Αθηναίον τόδε κεύθει
μνήμα καταφθίμενον πυροφόροιο Γέλας,
αλκήν δ’ ευδόκιμον Μαραθώνιον άλσος αν είποι
και βαθυχαιτήεις Μήδος επιστάμενος».

Το 1959 ο Γάλλος σκηνοθέτης Ζακ Τουρνέρ γύρισε την ταινία «Η Μάχη του Μαραθώνα» με πρωταγωνιστή τον Στιβ Ριβς στον ρόλο του Φειδιππίδη.

Στις 8 Δεκεμβρίου 2010, κατά την 2500η επέτειο του γεγονότος, η Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ με ψήφισμά της αναγνώρισε ότι η μάχη του Μαραθώνα αποτελεί μία από τις σημαντικότερες μάχες στην ιστορίας της ανθρωπότητας.

Ποιος ήταν ο Άγνωστος Στρατιώτης της Μάχης του Μαραθώνα;

Ένα βιβλίο που σαρώνει ,όχι άδικα γιατί περιλαμβάνει πολλά νέα ,συγκλονιστικά και αποκαλυπτικά στοιχεία.

Ο ιστορικός Κωνσταντίνος Λαγός μας αποκαλύπτει τον ‘Αγνωστο Στρατιώτη της Μάχης του Μαραθώνα!

Τον «Εχετλαίο» ή «Έχετλο».

Πρόκειται πράγματι για ένα από τα αξιοπερίεργα της μάχης του Μαραθώνα που ακόμη και σήμερα εξάπτει τη φαντασία ειδικών και μη. Η γενική πεποίθηση είναι ότι ήταν κάποια υπερφυσική μορφή που εμφανίστηκε στη διάρκεια της μάχης, βοήθησε τους Έλληνες σκοτώνοντας πολλούς Πέρσες, και εξαφανίστηκε στο τέλος της. Μάλιστα, έχουν δημοσιευθεί και διάφορες ευφάνταστες θεωρίες ότι επρόκειτο για κάποιον «χρονοταξιδιώτη», ο οποίος έφθασε στον Μαραθώνα από το μακρινό μέλλον και πολέμησε τους Πέρσες μ’ ένα όπλο προηγμένης τεχνολογίας!

Μια προσεκτική μελέτη των αρχαίων αναφορών που έχουμε για τον Εχετλ(αί)ο μπορούν να ξεκαθαρίσουν εάν ήταν άνθρωπος, υπερφυσικό ον ή «χρονοταξιδιώτης». Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ο Ηρόδοτος, ο οποίος κατέγραψε τα περισσότερα στοιχεία για τη μάχη του Μαραθώνα, δεν αναφέρει το παραμικρό για τον Εχετλ(αί)ο, αλλά ούτε και κάποιος άλλος συγγραφέας της κλασικής εποχής. Ό, τι γνωρίζουμε γι’ αυτόν προέρχονται από τον αρχαίο περιηγητή Παυσανία που έζησε τον 2ο αιώνα μ.Χ.: «Έχετλος» (1.15.3): «αυτός με το άροτρο» και «Εχετλαίος» (1.32.4-5): «αυτός με τη λαβή του αρότρου». Πιο αναλυτικά, ο Παυσανίας επισημαίνει ότι: «Συνέβη, καθώς λέγουν, να παρουσιασθεί στη μάχη (του Μαραθώνα) άνδρας κατά τη μορφή και την ενδυμασία χωρικός, αυτός σκότωσε με ένα άροτρο πολλούς από τους βαρβάρους και εξαφανίστηκε μετά τη μάχη. Στους Αθηναίους που ρώτησαν το θεό (τον Απόλλωνα στους Δελφούς) τίποτα άλλο δεν εχρησμοδότησε σε αυτούς παρά να τιμούν σαν ήρωα τον Εχετλαίον». Ο Παυσανίας έζησε έξι αιώνες μετά τη μάχη, αλλά η μαρτυρία του για τον Εχετλ(αί)ο είναι αξιόπιστη αφού επισημαίνει πως η μορφή του απεικονίστηκε στην τοιχογραφία της μάχης στην Ποικίλη Στοά, στην Αγορά της αρχαίας Αθήνας. Το έργο αυτό, που έδειχνε τις κυριότερες φάσεις της μάχης, φιλοτεχνήθηκε περίπου το 460 π.Χ., δηλαδή μόλις 30 χρόνια μετά τη μάχη του Μαραθώνα. Θα πρέπει να απεικόνιζε με ρεαλισμό τα συμβάνατα της μάχης, καθώς την εποχή που εκτέθηκε για πρώτη φορά σε δημόσια θέα ζούσαν ακόμη πολλοί βετεράνοι της μάχης που θα εντόπιζαν τυχόν ανακρίβειες στην απόδοση των συμβάντων. Στα χρόνια όμως που ακολούθησαν, άρχισαν να υπεισέρχονται στο ιστορικό αφήγημα της μάχης πολλά φανταστικά και υπερβολικά στοιχεία. Παρά ταύτα, ο Εχετλ(αί)ος να πολεμά στην πρώτη γραμμή στον Μαραθώνα και να σκοτώνει Πέρσες με το άροτρό του αποτελεί ένα πραγματικό συμβάν της μάχης.

Λεπτομέρεια αντίγραφου της τοιχογραφίας της μάχης του Μαραθώνα στην Ποικίλη Στοά του 1895, όπου απεικονίζεται ο Εχετλ(αί)ος.

Στην τοιχογραφία της μάχης στην Ποικίλη Στοά απεικονίστηκαν τόσο πρωταγωνιστές της μάχης, όπως ο Καλλίμαχος, ο Μιλτιάδης και ο Κυνέγειρος, όσο και υπερφυσικές μορφές όπως θεοί και ημίθεοι, για παράδειγμα, η Αθηνά, ο Ηρακλής, ο Θησέας κ.ά. Σε ποια λοιπόν από τις δύο κατηγορίες ανήκε ο Εχετλ(αί)ος; Καμία από τις αρχαίες φιλολογικές πηγές που διέσωσαν λεπτομέρειες της τοιχογραφίας, δεν καταγράφει την ενεργό δράση υπέρ των Αθηναίων κάποιου από τους εικονιζόμενους θεούς ή ημίθεους. Φαίνεται ότι οι μορφές αυτές είχαν τοποθετηθεί στο υψηλότερο επίπεδο του έργου, απ’ όπου παρακολουθούσαν την εξέλιξη της μάχης, δίχως να συμμετέχουν ενεργά σ’ αυτή. Όμως, ο Παυσανίας αναφέρει τον Εχετλ(αί)ο να πολεμά μαζί με άλλους ήρωες της μάχης, όπως ο Μιλτιάδης, ο Καλλίμαχος και ο Κυνέγειρος, κάτι που συνιστά σοβαρή ένδειξη ότι επρόκειτο για Μαραθωνομάχο. Σύμφωνα με τον Παυσανία, οι Αθηναίοι δεν γνώριζαν την ταυτότητα του Εχετλ(αί)ου και έτσι ρώτησαν το Μαντείο των Δελφών. Εάν ο Εχετλ(αί)ος ήταν μια μεταφυσική/υπερφυσική οντότητα, οι Αθηναίοι προκειμένου να λάβουν τη βοήθειά του, θα έπρεπε όχι μόνο να τον επικαλεστούν αλλά να κάνουν θυσία σ’ αυτόν πριν από τη μάχη, αφού οι θεοί και οι ημίθεοι των αρχαίων Ελλήνων -αντίθετα με τους θνητούς- ήθελαν από πριν ανταλλάγματα, προκειμένου να δείξουν την εύνοιά τους σ’ ένα στρατό που ετοιμαζόταν να πολεμήσει. Έτσι, για παράδειγμα, ο Φειδιππίδης ανέφερε στους Αθηναίους ότι όταν συνάντησε τον Πάνα στη διάρκεια της αποστολής του στη Σπάρτη, αυτός ζήτησε από τους Αθηναίους πρώτα να τον τιμήσουν προκειμένου να τούς βοηθήσει στην επικείμενη σύγκρουσή τους με τους Πέρσες. Η καταγραφή του Παυσανία πως οι Αθηναίοι ούτε καν γνώριζαν ποιο ήταν το όνομα του αγρότη-μαχητή, που διακρίθηκε πολεμώντας σκληρά στην πρώτη γραμμή, αποκλείει την περίπτωση να ήταν κάποιος θεός ή ημίθεος που τούς βοήθησε στη μάχη. Επίσης, το γεγονός ότι οι Αθηναίοι τιμούσαν τον Εχετλ(αί)ο ως «ήρωα», δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι τον θεωρούσαν μεταφυσική οντότητα, αφού, την τιμή αυτή απέδιδαν σε όλους γενικά τους πεσόντες Μαραθωνομάχους.

Τα στοιχεία λοιπόν που καταγράφει ο Παυσανίας για τον Εχετλ(αί)ο συνάδουν με τη δράση ενός γενναίου μαχητή, που ήταν όμως άνθρωπος! Ακόμη και το όπλο του δεν έχει κάτι το μυστηριώδες. Στην Αθήνα, όπως και στις άλλες αρχαίες ελληνικές πόλεις, οι περισσότεροι άνδρες που ανήκαν στην κατώτερη κοινωνική τάξη δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν τον ακριβό εξοπλισμό του οπλίτη (ασπίδα, πανοπλία, κράνος κτλ) και στις μάχες πολεμούσαν με τόξο, δόρυ ή σφενδόνα, ενώ οι πτωχοί γεωργοί με τα εργαλεία τους. Επρόκειτο για ελαφρά οπλισμένους άνδρες, σε αντιδιαστολή με τους βαριά οπλισμένους που ήταν οι οπλίτες. Υπήρχαν ακόμη και άνδρες που δεν έφεραν κανένα όπλο στη μάχη, και είτε πετούσαν πέτρες στον αντίπαλο (λιθοβόλοι) είτε πολεμούσαν με τα όπλα σκοτωμένων εχθρών ή συμπολεμιστών τους. Έτσι στην αρχαία Ελλάδα οι οπλίτες αποτελούσαν ένα μικρό μόνο ποσοστό των μάχιμων και όπως κατέδειξε η έρευνα για το βιβλίο μας, στη μάχη του Μαραθώνα εκτός από Αθηναίους οπλίτες πολέμησαν και χιλιάδες ελαφρά οπλισμένοι συμπολίτες τους. Ο Εχετλ(αί)ος ήταν λοιπόν πιθανότατα ένας από τους πτωχούς χωρικούς της Αττικής, που, μην έχοντας κάποιο όπλο, είχε μετατρέψει το άροτρό του ή τη λαβή του σ’ ένα αυτοσχέδιο, αλλά πολύ αποτελεσματικό και φονικό όπλο. Ο συγκεκριμένος μαχητής, δηλαδή, δεν θα διέφερε και πολύ από τους χωρικούς που πολέμησαν το 1941 στη μάχη της Κρήτης, κατά των πάνοπλων γερμανών αλεξιπτωτιστών με τα γεωργικά εργαλεία τους.

Ο Εχετλ(αί)ος θα πρέπει να διακρίθηκε ιδιαίτερα για την ανδρεία του, σκοτώνοντας πολλούς Πέρσες και εμψυχώνοντας τους συμπολεμιστές του στην πρώτη γραμμή. Η δράση του τούς έκανε τέτοια εντύπωση που μετά τη μάχη μιλούσαν συχνά γι’ αυτόν. Έτσι τιμήθηκε από τον αθηναϊκό δήμο με την απεικόνιση της μορφής του στην τοιχογραφία της μάχης στην Ποικίλη Στοά, στο κατεξοχήν έργο που απαθανάτισε τα συμβάντα της μάχης. Το γεγονός ότι ο Εχετλ(αί)ος δεν ανευρέθηκε μετά τη μάχη -ζωντανός ή νεκρός- επίσης δεν θα πρέπει να μάς προβληματίζει ιδιαίτερα: από την αρχαιότητα μέχρι και τις μέρες μας στις απώλειες μιας μάχης εκτός από τους νεκρούς, τραυματίες και αιχμαλώτους, υπάρχουν και οι «αγνοούμενοι» στρατιώτες, των οποίων η τύχη ήταν αδύνατο να διακριβωθεί. Συνήθως πρόκειται για άνδρες που στη διάρκεια της μάχης τα σώματά τους δέχτηκαν συντριπτικά χτυπήματα από τον αντίπαλο, με αποτέλεσμα να παραμορφωθούν τα χαρακτηριστικά τους ή ακόμη και να διαμελιστούν και έτσι να μην καταστεί δυνατή η ταυτοποίησή τους μετά τη μάχη. Ο Εχετλ(αί)ος μάλλον είναι η πρώτη καταγεγραμμένη περίπτωση «αγνοούμενου» στρατιώτη σε μια ιστορική μάχη, και του ταιριάζει απόλυτα ο τίτλος του «Αγνώστου Στρατιώτη» του Μαραθώνα, αφού ακόμη και το πραγματικό του όνομα μας είναι άγνωστο. Γνωρίζουμε ότι οι μορφές στην τοιχογραφία της μάχης του Μαραθώνα στην Ποικίλη Στοά δεν είχαν αναγραμμένα τα ονόματά τους. Οι θεατές τούς αναγνώριζαν από τη θέση τους στη μάχη και τη στάση που είχαν απεικονιστεί. Έτσι η μορφή του Μιλτιάδη έδειχνε στους Έλληνες την περσική παράταξη και τούς παρακινούσε να επιτεθούν. Ο Καλλίμαχος πολεμούσε στην πρώτη γραμμή μπροστά από τους άλλους΄Έλληνες, ενώ ο Κυνέγειρος είχε αρπάξει με το χέρι του την πρύμνη ενός περσικού πλοίου. Κάπου κοντά στον Καλλίμαχο θα πρέπει να απεικονίστηκε και ο μυστηριώδης γεωργός με το άροτρο να σκοτώνει Πέρσες. Πολλά χρόνια μετά τη δημιουργία του έργου, όταν πια εξέλιπε η γενιά των Μαραθωνομάχων, και η ιστορία και το πραγματικό όνομα του Εχετλ(αί)ου είχε ξεχαστεί, ίσως οι θεατές να εξελάμβαναν τη μορφή του ως ενός ελαφρά οπλισμένου άνδρα, σε αντιδιαστολή με τις μορφές του Καλλίμαχου, του Μιλτιάδη και του Κυνέγειρου, που είχαν επίσης απεικονιστεί στην τοιχογραφία της μάχης να πολεμούν, αλλά ως οπλίτες. Μπορεί να υπέθεταν λοιπόν ότι η μορφή του Εχετλ(αί)ου αντιπροσώπευε στο έργο όλους γενικά τους ελαφρά οπλισμένους Αθηναίους που είχαν ενεργό συμμετοχή στη μάχη του Μαραθώνα. Μάλλον, όμως, δεν θα πρέπει να ήταν στην πρόθεση του καλλιτέχνη, όταν απαθανάτιζε τη μορφή του Εχετλ(αί)ου, να της προσδώσει κάποιον ευρύτερο συμβολισμό, παρά να τιμήσει έναν από τους ηρωικότερους μαχητές στο πεδίο του Μαραθώνα το 490 π.Χ.

Στοιχεία έχουν αντληθεί από: Κ. Λαγός και Φ. Καρυανός, Μάχη του Μαραθώνα, Η Ανατροπή, Εκδόσεις Μένανδρος.

Με πληροφορίες από zougla.gr, militaire.gr

Δείτε τις ειδήσεις από την Ανατολική Αττική και όλη την Ελλάδα και όλο τον κόσμο στο irafina.gr.
Κάντε like στη σελίδα του irafina.gr στο Facebook
Ακολούθηστε το irafina.gr στο Twitter

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.