Κορονοϊός: Αντιμετωπίζοντας τον πανικό – Τι λέει ο καθηγητής Π. Σκαπινάκης

Σε αυτές τις πρωτόγνωρες και δύσκολες μέρες που διανύουμε στον καιρό του κορονοϊού ο πανικός και το υπερβολικό άγχος δεν είναι καλοί σύμβουλοι. Για το θέμα αυτό τοποθετήθηκε και ο καθηγητής Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Πέτρος Σκαπινάκης, με άρθρο του στο link.medium.com, όπου δίνει χρήσιμες συμβουλές για το πώς να αντιμετωπίσουμε τον πανικό και πώς να παραμείνουμε ήρεμοι.

Σας παραθέτουμε ολόκληρο το άρθρο του και ελπίζουμε να σας βοηθήσει να δείτε πιο ψύχραιμα την όλη κατάσταση.

Το Άρθρο του Καθηγητή Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων κ. Πέτρου Σκαπινάκη:

Ο Covid-19 αποδεικνύει ότι διασπείρεται εύκολα στην κοινότητα, αλλά ο φόβος για τις συνέπειές του μεταδίδεται πολύ ταχύτερα και μας έχει αγγίξει ήδη όλους. Μπορούμε, υπό τις παρούσες συνθήκες, να ελέγξουμε τον πανικό ή απλά θα μάθουμε να ζούμε με αυτόν μέχρι το τέλος της επιδημίας;

– Γιατί πρέπει να μειώσουμε τον φόβο και τον πανικό; Πώς θα μας βοηθήσει αυτό στην εξέλιξη της επιδημίας;

Η απάντηση δεν αφορά την ποιότητα ζωής μας, η μείωση του πανικού αποτελεί ουσιαστικό μέτρο τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Αρχίζω από το τελευταίο: Η συλλογική συμπεριφορά σε κατάσταση πανικού δεν είναι ποτέ ορθολογική και έχει ως αποτέλεσμα το ακριβώς αντίθετο από το αναμενόμενο, δηλαδή την γρηγορότερη εξαφάνιση βασικών προμηθειών ή ειδών υγιεινής / υγείας (οι οποίες συσσωρεύονται στα σπίτια με την μικρότερη ανάγκη) και τη συντομότερη εξάντληση του συστήματος υγείας (καθώς υπερφορτώνεται με αιτήματα μικρότερης προτεραιότητας).

Επίσης συμβάλλει στην γρηγορότερη μετάδοση του ιού, αν αναλογιστεί κανείς τις ουρές που δημιουργούνται για τις προμήθειες. Σε ατομικό επίπεδο, οι ψυχολογικές επιπτώσεις του πανικού, μείγματα έντονου άγχους ή / και κατάθλιψης (εφόσον παραταθεί η απομόνωση), δεν πρέπει να υποτιμώνται και είναι γνωστή η αρνητική σχέση του stress με την βέλτιστη ετοιμότητα του ανοσολογικού μας συστήματος.

Άρα, αξίζει να κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε ώστε να διατηρήσουμε τη σχετική μας ηρεμία και να αποβάλλουμε από τον οργανισμό μας το επιπρόσθετο stress που παράγεται αυτές τις ημέρες.

risk-uncertainty

– Διάκριση μεταξύ κινδύνου και αβεβαιότητας.

Είναι σημαντικό να επισημάνουμε τη λεπτή διαφορά μεταξύ της έννοιας του κινδύνου και της αβεβαιότητας. Εάν σας έλεγαν ότι ο κίνδυνος να πάθετε μια σοβαρή επιπλοκή από μια βαριά χειρουργική επέμβαση είναι 3,5% θα αποφασίζατε να συναινέσετε;

Η απάντηση θα είναι μάλλον θετική (ειδικά εάν ο γιατρός σας είναι πολύ καλός και σας πει ότι ο ίδιος δεν είχε τα τελευταία χρόνια κάποια σοβαρή επιπλοκή ή θάνατο σε ασθενείς του). Αντιπαραβάλλετε αυτό με το εξής: «Εάν γίνει η επέμβαση μπορεί να πεθάνετε, αλλά υπάρχει αβεβαιότητα για το πόσο πιθανό είναι αυτό.

Μπορεί να είναι 1% αλλά μπορεί και 30%. Δεν ξέρουμε, θα δούμε μετά. Δεν έχουμε κάνει την επέμβαση σε πολλούς ανθρώπους, οπότε δεν μπορούμε να σας πούμε παραπάνω». Φαντάζομαι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι θα το βάζαμε στα πόδια, έτσι δεν είναι; Στον κίνδυνο είναι δυνατό να υπολογίσουμε με ακρίβεια το ανεπιθύμητο αποτέλεσμα, στην αβεβαιότητα όχι.

Πώς λειτουργεί το μυαλό μας υπό συνθήκες αβεβαιότητας; Οι ψυχίατροι το γνωρίζουμε αυτό καθώς κάποιοι ασθενείς μας πάσχουν από παθολογική αμφιβολία που οδηγεί σταδιακά σε δυσανεξία στην αβεβαιότητα. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην περίπτωση αυτή.

Η αδυναμία των ειδικών να μας πείσουν για τον πραγματικό κίνδυνο από την διασπορά του ιού (οφειλόμενη στην ελλιπή γνώση και εμπειρία για τον ιό) και οι αντικρουόμενες απόψεις που ακούμε και διαβάζουμε, οδηγούν σε όλο και μεγαλύτερη αμφιβολία σχετικά με την πιθανότητα των συνεπειών.

Σταδιακά χτίζουμε μια όλο και μεγαλύτερη δυσανεξία στην αβεβαιότητα: εκτός και εάν κάποιος είναι σε θέση να μας πει ακριβώς πόσο κινδυνεύουμε (που δεν είναι δυνατό να γίνει), τότε τα χειρότερα μπορεί να έρθουν. Στην ακραία της μορφή η αντίληψη αυτή μπορεί να διαμορφωθεί ως εξής: «εκτός και εάν κάποιος με βεβαιώσει 100% ότι δεν κινδυνεύω, τότε όλα είναι πιθανά και δεν μπορώ να κάνω τίποτα».

Η έννοια της άσκησης ελέγχου επάνω σε μια ανεπιθύμητη έκβαση συμβάλλει επιπρόσθετα στη μείωση ή αύξηση του υποκειμενικού κινδύνου. Για παράδειγμα ενώ γνωρίζουμε ότι όταν οδηγούμε διατρέχουμε έναν μικρό κίνδυνο να πεθάνουμε (700 περίπου άνθρωποι πέθαναν στην Ελλάδα το 2019 από τροχαία) οι περισσότεροι δεν αρνούμαστε να μπούμε σε αυτοκίνητα παρά την αβεβαιότητα για την έκβαση (καθώς θεωρούμε ότι θα είμαστε πιο προσεκτικοί, θα φοράμε ζώνη ασφαλείας, δεν θα τρέχουμε κλπ.).

Όταν θεωρούμε ότι δεν έχουμε δυνατότητα άσκησης προσωπικού ελέγχου ο κίνδυνος στο μυαλό μας μεγαλώνει και αυτό συχνά μπορεί να συμβεί κατά την περίοδο μιας επιδημίας, όπου νιώθουμε αδύναμοι να επηρεάσουμε τη δυναμική της διασποράς του λοιμογόνου παράγοντα, (με τον ίδιο τρόπο που στο αεροπλάνο νιώθουμε μεγαλύτερο κίνδυνο από το αυτοκίνητο, όταν στην πράξη ο κίνδυνος είναι μικρότερος).

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι έφηβοι και οι νέοι άνθρωποι (αδρά μέχρι 25 ετών) είναι τυπικά πολύ περισσότερο ανεκτικοί στην αβεβαιότητα, καθώς αυτό εξελικτικά αποτελεί πλεονέκτημα (προσφέρει μεγαλύτερες δυνατότητες μάθησης). Καθώς προχωρά η ηλικία γινόμαστε όλο και λιγότερο ανεκτικοί. Ωστόσο οι νέοι αντιλαμβάνονται το ίδιο καλά την έννοια του συγκεκριμένου κινδύνου.

– Αρνητική, θετική ή ρεαλιστική σκέψη;

Έχοντας επισημάνει τη σχέση μεταξύ της αξιολόγησης του κινδύνου και της αβεβαιότητας, ας δούμε λίγο τώρα μερικούς τύπους αντιλήψεων που μπορεί να παρατηρηθούν κατά τη διάρκεια της εξέλιξης μιας επιδημίας (ή γενικότερα όταν αντιμετωπίζουμε μια στρεσογόνο κατάσταση με δυνητικά αρνητικές συνέπειες)

Συχνά αντιπαραβάλλουμε μεταξύ του «αρνητικού» και του «θετικού» τρόπου σκέψης που αδρά αντιστοιχούν στον απαισιόδοξο ή αισιόδοξο τύπο ανθρώπου. Ο απαισιόδοξος βλέπει την άσχημη έκβαση ως πιο πιθανή, ενώ ο αισιόδοξος πιστεύει ότι όλα θα πάνε καλά στο τέλος.

Στη βάση τους, συχνά οι δυο αυτοί τύποι σκέψης μοιράζονται ακριβώς τον ίδιο λανθασμένο μηχανισμό ελλιπούς τεκμηρίωσης και μπορούν να είναι εξίσου αυθαίρετοι. Ο απαισιόδοξος δίνει δυσανάλογο βάρος στις άσχημες ενδείξεις αγνοώντας τις αντίθετες, ενώ ο αισιόδοξος τείνει να αγνοεί τις αρνητικές ενδείξεις μεροληπτώντας υπέρ των θετικών.

Στην διάρκεια μιας επιδημίας οι απαισιόδοξοι είναι φυσικά περισσότεροι, καθώς ο εγκέφαλός μας είναι προγραμματισμένος να ανιχνεύει τον κίνδυνο κατά προτεραιότητα. Είναι όμως σημαντικό να γνωρίζουμε ότι η απάντηση στον αρνητισμό δεν είναι η θετική σκέψη. Το σύνθημα «σκέψου θετικά» αποδεικνύεται συνήθως είτε αναποτελεσματικό είτε πιο επικίνδυνο. Η δόκιμη απάντηση είναι η οικοδόμηση της ρεαλιστικής σκέψης.

Ο ρεαλισμός απαντά στις αρνητικές σκέψεις με τρόπο τεκμηριωμένο, χωρίς μεροληψίες, έχοντας εξετάσει τόσο τις αρνητικές όσο και τις ουδέτερες ή θετικές συνέπειες. Ωστόσο η υιοθέτηση ενός ρεαλιστικού τρόπου σκέψης δεν γίνεται αυτόματα, απαιτεί την ενεργοποίηση των λογικών κυκλωμάτων του εγκεφάλου μας (δηλαδή του προμετωπιαίου λοβού) και άρα απαιτεί ενεργητική προσπάθεια από μέρους μας

– Πώς λειτουργεί η σκέψη μας σε καθεστώς φόβου

Όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα σημαντικό ερέθισμα που δυνητικά μπορεί να μας βλάψει αυτόματα το μυαλό μας μπαίνει σε αρνητική προκατάληψη. Συλλέγουμε όλα εκείνα τα δεδομένα που μπορούν να πιστοποιήσουν ότι όντως ο κίνδυνος είναι σημαντικός και αποκλείουμε από τη σκέψη μας όλα τα υπόλοιπα. Όσο υψηλότερος ο διαφαινόμενος κίνδυνος τόσο υψηλότερος και ο φόβος και το άγχος. Εάν απειλείται η ζωή μας το άγχος μπορεί να γίνει πολύ έντονο.

– Καταστροφικές σκέψεις: Η ακραία μορφή του αρνητισμού

Όταν ο αρνητισμός φτάνει σε δυσθεώρητα ύψη τότε επικρατούν οι καταστροφικές σκέψεις. Ξαφνικά, η ακραία πιθανότητα να συμβεί κάτι πολύ άσχημο αποκτά πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις μέσα μας.

Χαρακτηριστικές αντιλήψεις σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί, για παράδειγμα, να είναι: «Εάν αρρωστήσω θα πεθάνω», «Όλοι θα αρρωστήσουμε», «Δεν μπορώ να κάνω τίποτα, είμαι έρμαιο των καταστάσεων και της τύχης». Χαρακτηριστικό των καταστροφικών σκέψεων είναι ο διπολικός τους χαρακτήρας. Κάτι, ή θα συμβεί ή δεν θα συμβεί (π.χ. ή θα πεθάνω ή δεν θα πεθάνω).

Δυστυχώς, στο μυαλό του ανθρώπου που διακατέχεται από έντονο φόβο οι 2 αυτές εκβάσεις συχνά γίνονται αντιληπτές ως ισοδύναμες από πλευράς πιθανότητας, όπως δηλαδή όταν στρίβουμε ένα νόμισμα 50% έχει πιθανότητα να έρθει η μια πλευρά και 50% η άλλη.

Ωστόσο, οι ακραίες εκβάσεις (θάνατος, σοβαρή ασθένεια) ποτέ δεν έχουν την ίδια πιθανότητα να συμβούν σε σχέση με τις καλύτερες και ηπιότερες εκβάσεις. Ένα παράδειγμα, με το οποίο όλοι είμαστε εξοικειωμένοι, πιστεύω ότι θα μας βοηθήσει.

Όταν πετάμε με ένα αεροπλάνο μπορούμε να φανταστούμε τις εξής 2 πιθανές εκβάσεις: ή το αεροπλάνο θα προσγειωθεί ή δεν θα προσγειωθεί. Στο μυαλό του ανθρώπου που φοβάται τα αεροπλάνα η πιθανότητα να μην προσγειωθεί μπορεί να φτάσει το 50% (όπως και στο νόμισμα), όταν όλοι γνωρίζουμε από τα στατιστικά δεδομένα ότι η πιθανότητα να μην προσγειωθεί είναι περίπου μία στα 10 εκατομμύρια (πιο πιθανό να πεθάνετε από κεραυνό!).

– Μεροληψία Επιβεβαίωσης

Όταν έχουμε θέσει το μυαλό μας σε καταστροφικό πρόγραμμα τότε έχουμε μια μαγική ικανότητα να προσέχουμε επιλεκτικά ό,τι επιβεβαιώνει τους φόβους μας και να απορρίπτουμε ή να ξεχνάμε ότι δεν τους επιβεβαιώνει. Θα δώσουμε μεγάλη προσοχή στα ρεπορτάζ που αναφέρουν τα δυσάρεστα και καθόλου σε αυτά που ακούγονται πιο ελπιδοφόρα. Εάν αυτός που μιλά για τα δυσάρεστα έχει κάποιο κύρος (π.χ. ειδικός επιστήμονας), ακόμη χειρότερα.

– Φασματική σκέψη: το όπλο του ρεαλιστή.

Το αντίδοτο στην καταστροφική σκέψη είναι η φασματική σκέψη. Αντί να σκεφτόμαστε με όρους άσπρο — μαύρο (είτε θα ζήσω είτε θα πεθάνω) μπορούμε να φανταστούμε όλες τις ενδιάμεσες εκβάσεις και να εκτιμήσουμε ρεαλιστικά τις πιθανότητές τους (καθώς δεν είναι ισοδύναμες).

Στην περίπτωση μιας λοιμώδους επιδημίας οι πιθανές εκβάσεις είναι αρκετές:

-να μην κολλήσω

-να κολλήσω και να παραμείνω ασυμπτωματικός,

-να κολλήσω και να ασθενήσω με ήπια συμπτώματα που θα περάσουν από μόνα τους,

-να κολλήσω και να έχω μέτρια συμπτωματολογία που τελικά θα περάσει,

-να κολλήσω και να έχω σοβαρή συμπτωματολογία για την οποία ένα γιατρός θα χρειαστεί να με αξιολογήσει,

-να χρειαστεί να εισαχθώ σε νοσοκομείο,

-να χρειαστεί να εισαχθώ σε ΜΕΘ και να ανταποκριθώ στην θεραπεία,

-να εισαχθώ στη ΜΕΘ και να μην ανταποκριθώ στην θεραπεία.

Νομίζω ότι πήρατε μια ιδέα του φάσματος. Ποια είναι πιθανότητα κάθε ξεχωριστού μέρους του φάσματος, όσον αφορά τον covid-19; Η αλήθεια είναι ότι δεν γνωρίζουμε επακριβώς διότι δεν έχουμε προηγούμενη εμπειρία με τον ιό, αλλά τα πραγματικά δεδομένα που έχουμε μέχρι στιγμής μιλούν για πάνω από 90% ήπιων λοιμώξεων που αυτοπεριορίζονται.

Προσέξτε ότι τα δεδομένα αυτά δεν εξάγονται από αντιπροσωπευτικό δείγμα «φορέων» του ιού. Ταυτοποιούμε τον ιό μόνο σε όσους πάσχουν από μέτρια έως σοβαρή νόσο. Άρα, είναι αρκετά πιθανό στο τέλος της επιδημίας να διαπιστώσουμε ότι τελικά η ασυμπτωματική και η ήπια νόσος ήταν εξαιρετικά πιο συχνή.

– Τι μπορούμε να κάνουμε για να διατηρήσουμε την ηρεμία μας;

Με βάση αυτά που ανέφερα πιο πάνω θα πρότεινα τα εξής:

Μειώνουμε την εκτίμηση της αβεβαιότητας σχετικά με τον ιό και τις συνέπειές του. Θυμίζουμε στον εαυτό μας ότι οι επιστήμονες έχουν κάνει έναν καταπληκτικό αγώνα δρόμου τους τελευταίους 3 μήνες και έχει ήδη συγκεντρωθεί γνώση, που υπό άλλες συνθήκες θα χρειαζόταν χρόνια έρευνας. Οι θεραπείες και οι δοκιμές εμβολίων έχουν ήδη αρχίσει. Υπάρχει σε λειτουργία ένα εξαιρετικό σύστημα παγκόσμιας επιδημιολογικής επιτήρησης. Αυτή τη στιγμή τα πράγματα που ξέρουμε για τον ιό είναι πολύ περισσότερα από αυτά που δεν ξέρουμε

-Επανεκτιμούμε τον κίνδυνο σε πιο ρεαλιστικές διαστάσεις.

-Αντιμετωπίζουμε τις καταστροφικές αντιλήψεις.

-Εκπαιδεύουμε το μυαλό μας στην φασματική και ρεαλιστική σκέψη. (Έχετε υπόψη ότι αυτό απαιτεί συχνή επανάληψη, καθώς οι αρνητικές αντιλήψεις έχουν την τάση να γυρνούν πολύ γρήγορα στο μυαλό μας)

-Αποφεύγουμε την έκθεση σε ειδήσεις και αναρτήσεις που ανατροφοδοτούν τις καταστροφικές αντιλήψεις. Δίνουμε βάρος σε σχόλια και ειδήσεις / αναρτήσεις που αναδεικνύουν την πιο αντιπροσωπευτική εικόνα των ήπιων περιστατικών.

-Επαναφέρουμε την αίσθηση του προσωπικού ελέγχου. Εφαρμόζουμε όλα εκείνα τα πράγματα που συστήνονται ώστε να μειώσουμε πραγματικά τον ατομικό μας κίνδυνο (μένουμε στο σπίτι, αποφεύγουμε τις άσκοπες μετακινήσεις, πλένουμε τα χέρια μας, δεν τρώμε / πίνουμε εκτός σπιτιού, διατηρούμε αποστάσεις ασφαλείας, προστατεύουμε / φροντίζουμε τους ηλικιωμένους).

-Εάν φοβόμαστε ότι νοσούμε ελέγχουμε την θερμοκρασία μας για να επιβεβαιώσουμε ότι είμαστε απύρετοι. Εάν έχουμε ήπιο πυρετό, μένουμε αποκλειστικά στο σπίτι μακριά από τους άλλους και αναμένουμε την ανάρρωση με βάση τις τηλεφωνικές οδηγίες του ιατρού μας.

-Εάν μετά από όλα αυτά συνεχίζουμε να νιώθουμε αβέβαιοι, υιοθετούμε την στάση των αρχαίων σκεπτικών: Επί αμφιβολίας είναι καλύτερο να αναστέλλουμε την τελική μας κρίση και να συντασσόμαστε με την επικρατούσα άποψη (δηλαδή του Εθν. Οργ. Δημόσιας Υγείας).

Πηγή: pergamodo.com

Δείτε τις ειδήσεις από την Ανατολική Αττική και όλη την Ελλάδα και όλο τον κόσμο στο irafina.gr.
Κάντε like στη σελίδα του irafina.gr στο Facebook
Ακολούθηστε το irafina.gr στο Twitter

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.