Κατά τα πρώτα βήματα των φυσικών επιστημών αρκετά χρόνια πριν από σήμερα, όταν νέες ανακαλύψεις έρχονταν απανωτά, εμφανίστηκε άμεσα η αναγκαιότητα της συστηματικής ταξινόμησης και ονοματολογίας, είτε αναφερόμαστε σε χημικές ενώσεις, ορυκτά και πετρώματα, είτε στο ζωικό και στο φυτικό βασίλειο. Αυτή η διαδικασία τής ονοματολογίας βοήθησε πολύ την επιστημονική κοινότητα και εξακολουθεί μέχρι και σήμερα.
Στη βιολογία, ήδη από το 1735 ο βοτανολόγος, ζωολόγος και ιατρός Κάρολος Λινναίος εισαγάγει την διωνυμική ονοματολογία όπου και καθορίζεται ως η επίσημη μέθοδος ονοματοδοσίας των διαφόρων ειδών. Βέβαια, πολλά ονόματα ειδών τα πρωτοβρίσκουμε σε κείμενα ήδη από την εποχή του Αριστοτέλη. Φυσικά δεν θα μπορούσε να μην έχει εφαρμογή και στον κλάδο της παλαιοντολογίας, είτε αναφερόμαστε σε απολιθωμένα φυτά είτε σε ζώα.
Η ονοματοδοσία διέπεται σε κάθε περίπτωση από συγκεκριμένους κανόνες. Από τους πλέον σημαντικούς είναι ότι η αναγραφή των ονομάτων πραγματοποιείται πάντοτε στο λατινικό αλφάβητο. Ονομάζεται διωνυμική γιατί αποτελείται από δύο λέξεις σε πλάγια γραφή· η πρώτη ξεκινά με κεφαλαίο και αφορά το γένος ενώ η δεύτερη με πεζό γράμμα και αφορά το είδος. Οι ονομασίες αυτές ακολουθούν τον Διεθνή Κώδικα Ζωολογικής Ονοματολογίας (ICZN). Η χρήση του είναι υποχρεωτική για όλους τους επιστήμονες. Το κάθε όνομα ακολουθείται από όρθια γράμματα τού ερευνητή που πρώτος έδωσε το συγκεκριμένο είδος στην επιστήμη καθώς και τη χρονολογία καταγραφής π.χ. Pliohyrax graecus, GAUDRY 1860. Με αυτή τη διαδικασία πετυχαίνουμε με δύο λέξεις που δεν χρειάζεται να μεταφραστούν, την αναγνώριση του είδους από επιστήμονες σε όλο τον κόσμο απλά και ξεκάθαρα.
Η ενασχόληση των επιστημόνων με την απολιθωμένη πανίδα τής ευρύτερης περιοχής του Πικερμίου πάνω από ενάμιση αιώνα, έχει δώσει στην επιστήμη είδη που για πρώτη φορά παγκοσμίως μελετήθηκαν εδώ και δικαιωματικά έλαβαν από τους ερευνητές τους την ονοματοδοσία της αρεσκείας τους. Έτσι λοιπόν τιμήθηκε η περιοχή τού Πικερμίου δίνοντας το όνομά της σε ένα νέο είδος ρινόκερου (Dihoplus pikermiensis). Οι μελετητές, παρότι μπορεί να είχαν έρθει από το εξωτερικό έδωσαν ονόματα κι από τις γύρω περιοχές όπως Mesopithecus pentelicus τιμώντας το πεντελικό όρος που πιθανά έβρισκε καταφύγιο εκείνος ο μικρός πίθηκος της εποχής. Επίσης, η μεγάλη σαύρα Varanus marathonensis έλαβε το όνομά της από την γειτονική περιοχή προς τιμήν της σπουδαίας ιστορικής και νικηφόρας μάχης της αρχαιότητας· της μάχης τού Μαραθώνα. Την ονοματολογία ελέγχει διεθνής επιτροπή που έχει έδρα στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Λονδίνου. Δυστυχώς στην επιτροπή αυτή η Ελλάδα δεν εκπροσωπείται σήμερα. Βασική δυσκολία της δεοντολογικής χρήσης των Διεθνών ονομάτων δημιουργεί το γεγονός ότι συχνά είναι αδύνατον να συσχετιστεί ένα όνομα που έχει δοθεί για ένα κρανίο ενός ζώου με ένα όνομα που έχει για ένα οστό π.χ. των οπισθίων άκρων.
Νακάση Μαριάννα | Msc Γεωλογίας. Ερευνήτρια Παλαιοντολογίας. Μέλος της Κύριας Ερευνητικής Ομάδας του Έργου «Πικέρμι 123»
Τσουκαλάς Νικόλας | M.Sc Γεωλογίας, Μέλος της Κύριας Ερευνητικής Ομάδας του Έργου «Πικέρμι 123»
Κίρδης Σταμάτης (Παλαιοντολόγος | Υποστήριξη της Κύριας Ερευνητικής Ομάδας του Έργου «Πικέρμι 123»