Πώς ο Βενιζέλος νίκησε την πανδημία της Ισπανικής γρίπης

Με «μείγμα» περιοριστικών μέτρων και ενίσχυσης των δομών Υγείας προσπάθησε, το 1918, η κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου να περιορίσει τα θύματα από τη θανατηφόρα πανδημία της «ισπανικής γρίπης».

Παρότι οι πληροφορίες είναι περιορισμένες εξαιτίας της λογοκρισίας που υπήρχε λόγω της εμπόλεμης κατάστασης, στις εφημερίδες της εποχής αποτυπώνεται ότι η τότε κυβέρνηση με τα μέτρα της στόχευε στο εξής:

Να μειώσει τον αριθμό των θυμάτων, αποφεύγοντας τον συνωστισμό και ενισχύοντας τις δομές Υγείας, αλλά και να περιορίσει τις επιπτώσεις των μέτρων στην καθημαγμένη από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο οικονομία, διατηρώντας όσο γίνεται περισσότερες θέσεις εργασίας.

Πάντως, αξιοσημείωτο είναι ότι τα ληφθέντα πριν από έναν αιώνα μέτρα ήταν παρόμοια με τα σημερινά.

Ομως, η κυβέρνηση Βενιζέλου είχε λάβει και ορισμένα μέτρα που έλειψαν τη σημερινή εποχή, όπως είναι:
Η πύκνωση των δρομολογίων στον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο Αθηνών-Πειραιώς και η αναδιάρθρωση των γραμμών του τραμ για την αποφυγή συνωστισμού. Η απαγόρευση να γίνουν μειώσεις μισθών στα εργοστάσια, όπου εφαρμόστηκε εκ περιτροπής εργασία.

Οι δομές Υγείας
Η ενίσχυση των δομών Υγείας τόσο του στρατού, λόγω των αυξημένων αναγκών εξαιτίας της επιστράτευσης, όσο και των πολιτών, οι οποίες ανήκαν κατά κύριο λόγο στην αρμοδιότητα των δήμων.

Ειδικά, οι Δήμοι Αθήνας και Πειραιά είχαν ενεργό ρόλο σε όλο τον σχεδιασμό και εκτός από τα θέματα Υγείας αρμοδιότητάς τους, ενισχύθηκαν με μέσα για περισσότερη καθαριότητα αλλά και για απολυμάνσεις, που τότε γίνονταν με το ασβέστωμα.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η απόφαση του τότε δημάρχου Αθηναίων Σπύρου Πάτση να συστήσει σε κάθε συνοικία επιτροπή από έναν γιατρό και τρεις πολίτες για την πρόταση μέτρων για τη συνοικία.

Και καθώς αναπόφευκτα γίνονται συγκρίσεις με τη σημερινή πανδημία του κορονοϊού, αφού και τότε δεν υπήρχε φάρμακο για την αντιμετώπισή της, πρέπει να σημειωθεί ότι εκείνα τα χρόνια η μάχη ήταν ακόμα δυσκολότερη. Ο πληθυσμός, μετά τον τετραετή «μεγάλο πόλεμο», ήταν εξασθενημένος από κακουχίες, παλιές αρρώστιες ή τραύματα και έλλειψη ποιοτικής διατροφής, ενώ και η επιστημονική κοινότητα δεν είχε τα σημερινά εφόδια.

Στη χώρα μας οι ελλείψεις σε βασικά είδη διατροφής ήταν πολύ μεγάλες, ενώ έλλειψη παρατηρήθηκε κυρίως στην επαρχία σε κινίνο, το μόνο αποδεκτό φάρμακο για ανακούφιση των πασχόντων.

Γι’ αυτό η κυβέρνηση του Βενιζέλου από τα πρώτα μέτρα που πήρε ήταν η παραγγελία στο εξωτερικό ποσοτήτων κινίνου, αλλά και η διάθεση περισσότερων τροφίμων στον στρατό για τη βελτίωση του συσσιτίου όπως και στα νοσοκομεία.

Επίσης, ζητήθηκε από το υπουργείο Επισιτισμού, που είχε τον έλεγχο των διαθέσιμων τροφίμων (σ.σ.: να θυμίσουμε ότι ήμασταν σε εμπόλεμη περίοδο) «ίνα προβαίνη εις διανομήν μεγαλυτέρων ποσοτήτων των υπ’ αυτού διανεμομένων τροφίμων προς βελτίωσιν της διαίτης του Λαού».

Σε αυτές τις συνθήκες, η «ισπανική γρίπη» θεωρείται ότι προκάλεσε περισσότερα θύματα (υπολογίζεται ότι κυμάνθηκαν από 20 έως 50 εκατ. ανθρώπους) απ’ όσα είχε ο πόλεμος, στον οποίο έχασαν τη ζωή τους περίπου 23 εκατομμύρια άνθρωποι (8,5 εκατ. στρατευμένοι και 14,5 εκατ. άμαχοι).

Στην Ελλάδα φαίνεται ότι σε γενικές γραμμές η γρίπη ήταν ηπιότερη, αλλά ο ακριβής αριθμός των θυμάτων δεν έχει προσδιοριστεί, επειδή δεν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία για τις αιτίες θανάτου στη χώρα πριν από το 1921.

Από μεταγενέστερες έρευνες φαίνεται ότι στην Αθήνα πέθαναν 1.668 άνθρωποι, στη Θεσσαλονίκη 5.284 και στη Δυτική Μακεδονία 4.336. Ομως, ο αριθμός μπορεί να είναι μεγαλύτερος σε πολλές περιοχές διότι εκτός των Αθηνών, δεν είναι γνωστό πόσοι στρατεύσιμοι πέθαναν από γρίπη, καθώς στον στρατό υπήρχαν πολλά θύματα.

Πολλοί θάνατοι σημειώθηκαν επίσης στην Πάτρα, στα Γρεβενά, στα Τρίκαλα και σε άλλα μέρη της χώρας.

Κηδείες και τη νύχτα
Στην Αθήνα η κατάσταση έγινε τόσο «εκρηκτική», που ο δήμος αναγκάστηκε να επεκτείνει τα όρια του νεκροταφείου (τότε υπήρχε μόνο το Α’ Νεκροταφείο) προς τα νότια και τα ανατολικά, ενώ τότε αποφασίστηκε να γίνονται κηδείες και τη νύχτα!

Ακόμα, ως μέτρο προστασίας αποφασίστηκε η ταφή να γίνεται με κλειστά φέρετρα.

Ωστόσο, όταν είχαν εμφανιστεί τα πρώτα κρούσματα στην Ελλάδα το καλοκαίρι εκείνου του έτους δεν θορύβησαν κανέναν.

Είναι χαρακτηριστικό ένα πρωτοσέλιδο περιπαικτικό σχόλιο της εφημερίδας «Ωρα» που ανέφερε:

«Εάν ακούση κανείς τους συμπολίτας μας, θα υποθέση, ότι η περίφημος Ισπανική επιδημία ενέσκηψε και εις το Ιοστέφανον Αστυ. Ο κάθε συμπολίτης μόλις αισθανθή υγραινομένους τους ρώθωνάς του από ελαφρόν συνάχι ή του πονέση λίγο το κεφάλι, κολακεύεται να πιστεύη ότι απέκτησε την αξιοπερίεργον αυτήν επιδημίαν (…), εις την πραγματικότητα όλαι αυταί αι μικροαδιαθεσίαι οφείλονται αποκλειστικώς και μόνον εις την ζέσην (…). Επέπρωτο εν τούτοις εις την αλλοπρόσαλλον εποχήν μας να ίδωμεν και αυτό: Επιδημία της μόδας».

Ομως, το δεύτερο κύμα, που φάνηκε από το φθινόπωρο, σκόρπισε τον θάνατο και έκοψε κάθε διάθεση ευφυολογημάτων.

Τα πρώτα θύματα καταγράφηκαν τον Σεπτέμβριο στη Δυτική Μακεδονία και τις πρώτες μέρες του Οκτωβρίου εμφανίστηκε κρούσμα στο Τζάνειο Νοσοκομείο Πειραιά, που τότε ήταν δημοτικό, όπως και το «Ελπίς» στην Αθήνα.

Τα συμπτώματα περιγράφονταν όπως της συνήθους γρίπης αλλά προκαλούνταν επιπλοκές στους πνεύμονες που πολλές φορές επέφεραν τον θάνατο, ιδιαίτερα σε όσους ήταν ευαίσθητοι από παλαιές ασθένειες, κυρίως τη φυματίωση.

Το υπουργείο Εσωτερικών, στο οποίο ανήκε η υπηρεσία της Δημόσιας Υγείας, φάνηκε απροετοίμαστο. Ομως, όπως έγινε γνωστό αργότερα, άρχισε να ζητάει πληροφορίες «εξ Ευρώπης περί των εκεί ληφθέντων μέτρων».

«Δυστυχώς φάρμακον δεν υπάρχη και μόνον η αποφυγή συγκεντρώσεων ενδείκνυται», αναφερόταν στις πρώτες ανακοινώσεις, που ήταν καθησυχαστικές.

Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να αναφερθεί ότι την ίδια στάση «σιωπής» είχαν επιβάλει στα μέσα ενημέρωσης, εκμεταλλευόμενες την έκτακτη κατάσταση του πολέμου, σχεδόν όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις φοβούμενες την πρόκληση πανικού στους ταλαιπωρημένους πολίτες.

Εξαίρεση αποτέλεσαν τα ισπανικά μέσα ενημέρωσης, που μετέδωσαν στις πραγματικές διαστάσεις τους τις συνέπειες της φονικής γρίπης. Ετσι, «βαφτίστηκε» η γρίπη «ισπανική» αν και ο ιός είχε εμφανιστεί για πρώτη φορά στην ανατολική Ασία και έφτασε στην Ευρώπη από αγγλικά στρατεύματα.

 

Πάντως, τις πρώτες ημέρες του Οκτωβρίου διαβάζουμε («Εμπρός» φ. 4.10.1918) τις πρώτες οδηγίες προς τον κόσμο, κάποιες από τις οποίες δίνονται και σήμερα, όπως «α) αποφυγή επαφής και γειτνιάσεως προς τους πάσχοντες (σ.σ.: σήμερα, μιλάμε για απομόνωση του ασθενούς, που τότε δεν ήταν δυνατή στα μικρά σπίτια), β) τα μαντήλια και προσόψια και άλλα σχετικά είδη, τα οποία μεταχειρίζονται πρέπει να βράζωνται εις 100 βαθμών θερμοκρασίαν μετά την χρήσιν, γ) αποφυγή παντός συνωστισμού» κ.λπ.

Τα… άλλα φάρμακα
Ομως, πολλοί κάτοικοι της πρωτεύουσας, ίσως δίνοντας πίστη στα λόγια διαφόρων τσαρλατάνων ή διαφόρων «ειδικών», φαίνεται ότι προσπαθούσαν να… προλάβουν τη γρίπη πίνοντας ούζο και κρασί και τρώγοντας σκόρδο!

Γι’ αυτό στην πρώτη επίσημη ανακοίνωση διαβάζουμε ότι «τα σκόρδα, το ούζο και τα άλλα γιατροσόφια κατά της γρίππης είναι κωμικά», ενώ από τότε επαναλαμβανόταν πολύ τακτικά η σύσταση για περιορισμό των οινοπνευματωδών.

Η ανακοίνωση είχε εκδοθεί μετά πρώτη ευρεία σύσκεψη που έγινε στις 16 Οκτωβρίου στο υπουργείο Εσωτερικών, με τη συμμετοχή των μελών του Ιατροσυνεδρίου, ενός συμβουλευτικού οργάνου διαπρεπών ιατρών, των δημάρχων Αθηναίων και Πειραιώς κ.ά.

Παρότι οι λογοκριμένες εφημερίδες δημοσίευαν περιορισμένες ειδήσεις για την πανδημία, φάνηκε ότι η κατάσταση είχε αρχίσει να γίνεται «εκρηκτική» και στην πρωτεύουσα αλλά κυρίως στο στράτευμα. Γι’ αυτό, τα πρώτα μέτρα που λαμβάνονται αφορούν τον στρατό, όπου ακόμα υπηρετούσαν πολλοί έφεδροι και υπήρχαν πολλά κρούσματα γρίπης.

Δυστυχώς, δεν υπάρχει σαφής εικόνα ούτε για τους ένστολους που νόσησαν και πέθαναν από την «ισπανική γρίπη». Γνωρίζουμε, μόνο, από στοιχεία που δόθηκαν, στις 8 Δεκεμβρίου 1918, στη Βουλή, μετά την επανέναρξη των εργασιών της, ότι μόνο στην Πάτρα το δίμηνο Οκτωβρίου-Νοεμβρίου είχαν νοσηλευθεί 1.889 στρατιώτες και πέθαναν οι 535, δηλαδή περίπου ένας στους τρεις νοσηλευθέντες!

Εξαιτίας αυτής της τραγικής κατάστασης η κυβέρνηση προώθησε, τον Οκτώβριο, τα εξής μέτρα στον στρατό:

Ιδρύθηκαν, με βασιλικά διατάγματα, δύο νέα στρατιωτικά νοσοκομεία στην Αθήνα και στο Λουτράκι.

Θεσμοθετήθηκε (νόμος 1543/1918) διαδικασία για άμεση πρόσληψη καθαριστριών σε στρατιωτικά νοσοκομεία με απόφαση του υπουργού Στρατιωτικών.

Για την αποσυμφόρηση των στρατιωτικών νοσοκομείων Αθήνας και Θεσσαλονίκης προβλέφθηκε οι νοσηλευόμενοι που βρίσκονται σε ανάρρωση να παίρνουν αναρρωτική άδεια από 10 έως 20 μέρες από τον διευθυντή του νοσοκομείου, χωρίς άλλη διατύπωση.

Για την αραίωση των στρατώνων χορηγήθηκε γενική άδεια 45 ημερών στους εφέδρους παλαιότερων ηλικιών, που υπηρετούσαν λόγω του πολέμου και εν συνεχεία αφού τελείωσε ο πόλεμος αποστρατεύτηκαν.

Σε αυτό το πλαίσιο αποφασίστηκε να δίνονται άδειες κατ’ οίκον νοσηλείας, άδειες διανυκτερεύσεως και «να ελαττωθώσιν ουσιωδώς αι ώραι των γυμνασίων».

Επίσης, από τα πρώτα μέτρα που είχαν ληφθεί, με βασιλικό διάταγμα, ήταν ο καθορισμός της διατίμησης του οινοπνεύματος για να αποτρέπονται φαινόμενα αισχροκέρδειας.

Κάποιες εφημερίδες, όπως η «Ακρόπολις» (φ. 17.10.1918), έθεσαν σχολιογραφικά το ζήτημα του κλεισίματος των ναών, αλλά δεν φαίνεται να λήφθηκε τέτοιο μέτρο.

Πάντως πολλά άλλα μέτρα μοιάζουν με τα σημερινά, χωρίς να φτάσει, όμως, τότε η κυβέρνηση σε γενικό λοκντάουν, όπως θα λέγαμε με σημερινούς όρους. Και συγκεκριμένα:

Εκλεισαν τα δικαστήρια, τα σχολεία δημοτικής και μέσης εκπαίδευσης, το Πανεπιστήμιο και το Ωδείο. Η πρώτη απόφαση αφορούσε κλείσιμο για 15 ημέρες, αλλά δόθηκαν παρατάσεις και όπως φαίνεται, τα σχολεία ξεκίνησαν ν’ ανοίγουν μετά την 1η Δεκεμβρίου.

Εφαρμόστηκε εκ περιτροπής εργασία στα διάφορα εργοστάσια, αλλά υποχρεώθηκαν οι εργοδότες «να μισθοδοτούν τους απομακρυνομένους εκ περιτροπής εργασίας».

Για τους κινηματογράφους, τα θέατρα και την εστίαση: αρχικά, αποφασίστηκε οι κινηματογράφοι και τα θέατρα να εκδίδουν περιορισμένο αριθμό εισιτηρίων για να αποφεύγεται ο συνωστισμός. Ομως, λίγες μέρες αργότερα διατάχθηκε να κλείνουν στις 9 το βράδυ όλα τα θέατρα και οι κινηματογράφοι, οι οποίοι, πάντως, έκαναν πρωινές προβολές.

Για τα καφενεία και τα εστιατόρια αποφασίστηκε να κλείνουν στις 10 το βράδυ, ενώ κλειστά θα ήταν «τα εν τη πλατεία Ομονοίας καφωδεία», τα νυχτερινά κέντρα λαϊκής διασκέδασης.

Ετσι, θεωρήθηκε ότι ουσιαστικά «από της 10ης πάσα κίνησις θα εμποδίζεται».

Για τη δημόσια Υγεία: αποφασίστηκε να ενισχυθούν τα λεγόμενα λαϊκά φαρμακεία, τα οποία πωλούσαν φθηνά φάρμακα ή τα διέθεταν δωρεάν σε άπορους.

Τα άλλα φαρμακεία υποχρεώθηκαν ν’ ανοίγουν και την Κυριακή, να παραμένουν ανοιχτά μέχρι τα μεσάνυχτα (και προαιρετικά όλη τη νύχτα) και να εκδίδουν αποδείξεις με αντίγραφο της συνταγής για την αποφυγή φαινομένων αισχροκέρδειας.

Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του ο Δήμος Αθηναίων «επιστράτευσε τους δημοτικούς ιατρούς» και προσέλαβε άλλους 16 ιδιώτες γιατρούς για την παροχή δωρεάν περίθαλψης σε άπορους. Με τη βεβαίωση του γιατρού ο δήμος θα κάλυπτε και το κόστος των φαρμάκων του ασθενούς.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα μέτρα για τις συγκοινωνίες της πρωτεύουσας, όπου σήμερα αφέθηκαν να δημιουργούνται… ανενόχλητα εικόνες συνωστισμού.

Πριν από περίπου έναν αιώνα, λοιπόν, η τότε κυβέρνηση είχε αποφασίσει:

Οι συγκοινωνίες
Να γίνεται καθημερινή απολύμανση των συρμών του ηλεκτρικού σιδηρόδρομου Αθηνών-Πειραιώς (ΣΑΠ) και των οχημάτων του τραμ.

Να πυκνώσουν τα δρομολόγια του Ηλεκτρικού και να γίνονται «ανά 10 λεπτά της ώρας προς αποφυγήν των εκ μεγάλου συνωστισμού κινδύνων της γρίπης». Καθώς η εταιρεία του ΣΑΠ ήταν ιδιωτική το θέμα είχε τεθεί εγγράφως από τον υπουργό Συγκοινωνιών Παπαναστασίου και φαίνεται ότι η εταιρεία πειθάρχησε.

Για το τραμ, το βασικό μέσο μεταφοράς, που συγκέντρωνε πολύ κόσμο, αποφασίστηκε να διακοπεί η λειτουργία ορισμένων γραμμών και να γίνεται, προφανώς με περισσότερα οχήματα, η συγκοινωνία σε ορισμένες κεντρικές αρτηρίες.

Τέλος, ιδιαίτερη μέριμνα λήφθηκε από τους Δήμους Αθηναίων και Πειραιά για τη βελτίωση της καθαριότητας.

Οπως διαβάζουμε σε εφημερίδες της εποχής, μια μεγάλη δυσκολία για τον δήμαρχο Αθηναίων Σπ. Πάτση ήταν να βρει εργάτες, καθώς οι περισσότεροι νέοι ήταν επιστρατευμένοι, αλλά και άλογα για τα κάρα, τα οποία χρησίμευαν για τη συλλογή των απορριμμάτων, καθώς είχαν επιταχθεί για τις ανάγκες του στρατού.

Τελικά, διατέθηκαν άλογα από τον στρατό και φαίνεται ότι βρέθηκαν εργάτες και στα μέσα Νοεμβρίου ο Δήμος Αθηναίων είχε καταφέρει να βγάλει 106 κάρα για την καθαριότητα, με το ανάλογο προσωπικό και ετοιμαζόταν να τα αυξήσει ακόμα κατά 16.

Επίσης, με την πρόσθετη πίστωση των 30.000 δραχμών που του διέθεσε το υπουργείο Εσωτερικών, κατάφερε να προχωρήσει έργα καθαριότητας και απολύμανσης, η οποία γινόταν με το ασβέστωμα σε τοίχους και δρόμους.

efsyn.gr

Δείτε τις ειδήσεις από την Ανατολική Αττική και όλη την Ελλάδα και όλο τον κόσμο στο irafina.gr.
Κάντε like στη σελίδα του irafina.gr στο Facebook
Ακολούθηστε το irafina.gr στο Twitter

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.