Σεισμός: Γιατί είναι τόσο δύσκολη η πρόγνωση του

Σπίτια κατέρρευσαν και κτήρια ισοπεδώθηκαν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα από τον σεισμό των 7,8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, που έπληξε την Τουρκία και τη Συρία το πρωί της Δευτέρας (06/02), με τα σωστικά συνεργεία να προσπαθούν να βρουν επιζώντες ανάμεσα σε χιλιάδες νεκρούς.

Ως εκ τούτου, λοιπόν, η φρίκη της τόσο μεγάλης καταστροφής εγείρει ένα ερώτημα: Γιατί κανείς δεν ήξερε ότι ο σεισμός ερχόταν; Η απάντηση, σύμφωνα με τη «The Washington Post», είναι δύσκολη. Η ικανότητα πρόβλεψης του πού και πότε θα συμβεί ένας σεισμός έχει διαφύγει από τους επιστήμονες εδώ και χρόνια. Πάντως, όπως αναφέρει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), οι σεισμοί ευθύνονται σχεδόν για τους μισούς θανάτους από φυσικές καταστροφές σε χρονικό διάστημα περίπου δύο δεκαετιών.

Αρκετοί γεωλόγοι υποστηρίζουν ότι είναι σχεδόν αδύνατον να προβλεφθεί τέλεια ένας σεισμός, δεδομένης της τεράστιας πολυπλοκότητας της ανάλυσης του συνόλου του φλοιού του πλανήτη. Άλλοι τονίζουν ότι μία πληθώρα νέων τεχνολογιών – συμπεριλαμβανομένων τόσο της τεχνητής νοημοσύνης που μπορεί να βοηθήσει στην ταχύτερη και ακριβέστερη πραγματοποίηση προβλέψεων όσο και των smartphones τα οποία μπορούν να στέλνουν αμέσως ειδοποιήσεις και να ενημερώνουν έγκαιρα τους ανθρώπους για να βρουν καταφύγιο – ενδέχεται να συνδράμει ώστε να σωθούν ζωές.

Εντούτοις, ακόμα και οι πιο ελπιδοφόρες προσπάθειες δίνουν μόνο δευτερόλεπτα, ή σε ορισμένες σπάνιες περιπτώσεις λεπτά, για την έγκαιρη προειδοποίηση ενός σεισμού, γεγονός που καθιστά δύσκολη την άμεση εκκένωση περιοχών. Με άλλα λόγια, το μέλλον στο οποίο η τεχνολογία θα προβλέπει με μεγαλύτερη ακρίβεια την τοποθεσία, τον χρόνο και τη σοβαρότητα ενός σεισμού, φαίνεται να είναι ακόμα μακρινό, όπως τονίζουν ειδικοί της γεωεπιστήμης, ενώ οι ανακριβείς εκτιμήσεις μπορούν να κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό.

Η Κριστίν Γκούλετ, διευθύντρια του Γεωλογικού Ινστιτούτου των ΗΠΑ (USGS), αναφέρει: «Ένας σεισμός συμβαίνει πολύ, πολύ γρήγορα. Είναι δίκαιο να πούμε ότι σε αυτό το σημείο δεν είμαστε σε θέση να προβλέψουμε καθόλου τους σεισμούς».

Βέβαια, επισημαίνεται ότι οι κινήσεις των πλακών που ευθύνονται για τους σεισμούς, γίνονται αργά και τα ρήγματα συχνά συμβαίνουν ξαφνικά, δημιουργώντας δονήσεις οι οποίες προκαλούν καταστροφές χωρίς να γίνονται αντιληπτές. Μάλιστα, μεγάλοι σεισμοί, όπως αυτός του 2010 στην Αϊτή, προκάλεσαν έκπληξη. Ως εκ τούτου, για να αποφύγουν τις λανθασμένες εικασίες, οι γεωλόγοι έχουν αρχίσει να επικεντρώνονται στις πιθανότητες να συμβεί ένας σεισμός αντί να προσπαθούν να προβλέψουν μεμονωμένα γεγονότα.

Πώς έχουν προσπαθήσει οι επιστήμονες να προβλέψουν τους σεισμούς

Οι επιστήμονες χρησιμοποιούν γεωλογικές μετρήσεις, δεδομένα από σεισμολογικά μηχανήματα και ιστορικά αρχεία για να επισημάνουν περιοχές που κινδυνεύουν από σεισμό και, στη συνέχεια, χρησιμοποιούν στατιστικά μοντέλα για να εκτιμήσουν την πιθανότητα να συμβεί μία ισχυρή δόνηση στο μέλλον. Σε αντίθεση με την πρόβλεψη του καιρού, η οποία έχει βελτιωθεί χάρη στην υπολογιστική ισχύ, στα μαθηματικά μοντέλα και στην αύξηση των μη επανδρωμένων αεροσκαφών και των δορυφόρων, η ποιότητα της πρόγνωσης των σεισμών έχει μείνει πίσω. Έτσι, τον τελευταίο μισό αιώνα, οι επιστήμονες προσπάθησαν να προβλέψουν τους σεισμούς χρησιμοποιώντας διάφορες μεθόδους με μικρή επιτυχία.

Πάντως, στις δεκαετίες του 1970 και του 1980, οι ερευνητές άρχισαν να βρίσκουν σήματα που θα μπορούσαν να προηγούνται των σεισμών, εξετάζοντας ένα συνονθύλευμα ενδείξεων, όπως η συμπεριφορά των ζώων, οι εκπομπές ραδονίου και τα ηλεκτρομαγνητικά σήματα. Κατά καιρούς, τα αποτελέσματα έδειχναν μοτίβα, αλλά κανένα δεν ήταν αρκετά αξιόπιστο ώστε να πληροί τις επιστημονικές προϋποθέσεις, όπως δηλώνει ο Τζον Ραντλ, καθηγητής Φυσικής και Γεωλογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Ντέιβις. Ακόμα, κατά τη δεκαετία του 1980, οι σεισμολόγοι ανέφεραν ότι ένα σε ένα τμήμα του ρήγματος του Σαν Αντρέας, κοντά στο Πάρκφιλντ της Καλιφόρνια, είχε καθυστερήσει να γίνει σεισμός και ανέλυσαν όγκους ιστορικών δεδομένων για να τον προβλέψουν. Εν συνεχεία, αποφάσισαν ότι ένας σεισμός θα γινόταν μέχρι το 1993, αλλά αυτός δεν συνέβη μέχρι το 2004.

Κατόπιν, αρκετοί επιστήμονες επικεντρώθηκαν περισσότερο σε στατιστικά μοντέλα και εκτιμήσεις πιθανοτήτων παρά σε μία πρόγνωση όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, με τον καιρό. Βέβαια, καθώς η τεχνολογία συνέχισε να εξελίσσεται, αναπτύχθηκαν συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης για σεισμούς. Αυτά τα δίκτυα χρησιμοποιούν σεισμολογικά μηχανήματα για να ανιχνεύουν και να αναλύουν τις δονήσεις και συνδέονται σε ένα σύστημα που στέλνει ειδοποιήσεις στους ανθρώπους λίγα δευτερόλεπτα πριν από το «χτύπημα» του Εγκέλαδου.

Η εφαρμογή «ShakeAlert» και πώς μπορεί να προειδοποιεί για σεισμούς

Το «ShakeAlert» είναι ένα σύστημα που δημιουργήθηκε από το USGS και μπορεί να στείλει μία ειδοποίηση στο κινητό τηλέφωνο ενός ατόμου, δίνοντάς του από περίπου 20 δευτερόλεπτα έως και ένα λεπτό πριν από κάποιον σεισμό. Η τεχνολογία αντλεί δεδομένα από αισθητήρες σταθμών πεδίου του USGS, οι οποίοι μετρούν την ένταση της εδαφικής δόνησης. Όταν ένας σταθμός ανιχνεύσει σεισμό, οι υπολογιστές μπορούν να αναλύσουν τα δεδομένα και να προβλέψουν εντός πέντε δευτερολέπτων πού – ενδεχομένως – θα γίνει η δόνηση.

Στη συνέχεια, οι πάροχοι της κινητής τηλεφωνίας μπορούν να αποστείλουν προειδοποιήσεις στους χρήστες, που βρίσκονται στην περιοχή όπου ενδέχεται να γίνει κάποιος σεισμός. Το σύστημα λειτουργεί επειδή τα σήματα του διαδικτύου και της κινητής τηλεφωνίας «ταξιδεύουν» με την ταχύτητα του φωτός, η οποία είναι πολύ ταχύτερη σε σχέση τον αργό ρυθμό με τον οποίο τα σεισμικά κύματα «ταξιδεύουν» μέσα στα πετρώματα.

Ωστόσο, είναι πολύ δύσκολο να υπάρξει προειδοποίηση παρά μόνο μερικά δευτερόλεπτα πριν από κάποια δόνηση, όπως δηλώνουν πολλοί ειδικοί σε θέματα σεισμών. Η ακριβής πρόβλεψη των σεισμών θα απαιτούσε εκτεταμένη χαρτογράφηση και ανάλυση του φλοιού της Γης. Υπάρχει, επίσης, ένα στοιχείο τυχαιότητας στο πότε συμβαίνει ένας σεισμός, ο οποίος μπορεί μερικές φορές να γίνει χωρίς προειδοποιητικά σημάδια, προσθέτουν οι ειδικοί. Ακόμα και αν η τεχνολογία δείχνει υποσχόμενη, αρκετοί επιστήμονες φοβούνται ότι αν ένα προϊόν κυκλοφορήσει χωρίς αυστηρές δοκιμές και αποτύχει, τότε αυτό ίσως θα κάνει τους ανθρώπους να μην εμπιστεύονται τόσο πολύ την τεχνολογία. «Οι λανθασμένοι συναγερμοί είναι σχεδόν χειρότεροι από τις σωστές προβλέψεις», τονίζει χαρακτηριστικά ο Τζον Ραντλ και συμπληρώνει: «Επειδή τότε οι άνθρωποι χάνουν την εμπιστοσύνη τους στο σύστημα».

Στροφή προς την τεχνητή νοημοσύνη

Οι ερευνητές στρέφονται, επίσης, προς την τεχνητή νοημοσύνη, χρησιμοποιώντας λογισμικό μηχανικής μάθησης, το οποίο προσλαμβάνει μεγάλες ποσότητες δεδομένων και εντοπίζει μοτίβα. Η ελπίδα, όπως είπαν οι ειδικοί, είναι το λογισμικό να αναλύει γρήγορα περισσότερα δεδομένα από ό,τι μπορούν οι άνθρωποι, ώστε να τους βοηθήσει να κατανοήσουν καλύτερα τι προηγείται των σεισμών και να εντοπίσουν περισσότερα προειδοποιητικά σημάδια.

Για παράδειγμα, ορισμένοι επιστήμονες αναπτύσσουν «προγνωστικά μοντέλα», εμπνευσμένα από τον τρόπο με τον οποίο η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ προβλέπει την πορεία της αμερικανικής οικονομίας, επισημαίνει ο Τζον Ραντλ. Ακόμα, οι επιστήμονες τροφοδοτούν τα μοντέλα μηχανικής μάθησης με πάρα πολλά δεδομένα από σεισμολογικές μετρήσεις – ακόμα και από ραντάρ – για το πώς παραμορφώνεται η επιφάνεια της Γης, για να γίνουν καλύτεροι στην πρόβλεψη του χρόνου και της θέσης των μελλοντικών σεισμών, όπως προσθέτει ο καθηγητής Φυσικής και Γεωλογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Ντέιβις.

Πάντως, ακόμα και αν η τεχνολογία της τεχνητής νοημοσύνης τελειοποιηθεί, είναι απίθανο να είναι απίστευτα ακριβής. Στην καλύτερη περίπτωση, οι επιστήμονες θα μπορούσαν πιθανώς να προβλέψουν την τοποθεσία όπου ίσως γίνει ένας σεισμός σε ένα εύρος περίπου 965 επί 965 χιλιομέτρων (600 επί 600 μιλίων), και μάλιστα σε διάστημα μερικών ετών. Οτιδήποτε πιο λεπτομερές θα ήταν απίθανο, επειδή ο όγκος των διαθέσιμων δεδομένων για τους σεισμούς του παρελθόντος εξακολουθεί να είναι ελλιπής, επισημαίνει ο Τζον Ραντλ. «Τα δεδομένα για τους σεισμούς αυτοματοποιήθηκαν και έγιναν ψηφιακά μόνο τα τελευταία 25 ή 30 χρόνια. Έτσι, εργαζόμαστε με δεδομένα που ήταν μάλλον ελλιπή πριν από αυτό το διάστημα» σημειώνει ο ίδιος χαρακτηριστικά.

Έχουν, επίσης, προκύψει εναλλακτικές θεωρίες πρόβλεψης των σεισμών, αλλά πολλές από αυτές πρέπει να αντιμετωπίζονται με σκεπτικισμό, τονίζουν οι σεισμολόγοι. Μία αμφιλεγόμενη μέθοδος βασίζεται στη μελέτη της ευθυγράμμισης των πλανητών. Ο Φρανκ Χόχερμπεετς, ερευνητής από την Ολλανδία, έγινε viral στο Twitter, τη Δευτέρα (06/02), αφού φαινομενικά χρησιμοποίησε αυτή τη μέθοδο για να προβλέψει με ακρίβεια τις λεπτομέρειες του σεισμού στην Τουρκία και, μάλιστα, αρκετές ημέρες νωρίτερα.

Η διευθύντρια του USGS, από την πλευρά της, δηλώνει ότι υπάρχουν όλα τα είδη των ανυπόστατων και μη ερευνημένων μεθόδων πρόβλεψης σεισμών, προσθέτοντας ότι αν αυτά τα αποτελέσματα αναλυθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν υπάρχει κανένα πραγματικό στοιχείο προβλεψιμότητας που να αντέχει. «Δεν γνωρίζω κανέναν που να έχει κάνει αξιόπιστες προβλέψεις επανειλημμένα ποτέ. Αν αυτό ήταν τόσο εύκολο, θα το κάναμε» αναφέρει με νόημα η ίδια.

ieidiseis.gr

Δείτε τις ειδήσεις από την Ανατολική Αττική και όλη την Ελλάδα και όλο τον κόσμο στο irafina.gr.
Κάντε like στη σελίδα του irafina.gr στο Facebook
Ακολούθηστε το irafina.gr στο Twitter

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.

© 2022 - iRafina. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.