Ο Νικολάι Κόστερ – Βαλντάου ή αλλιώς ο γνωστός σε όλους Τζέιμι Λάννιστερ από την παγκοσμίως επιτυχημένη σειρά «Game of Thrones», πρωταγωνιστεί στην νέα ταινία δράσης/θρίλερ The Silencing η οποία κυκλοφόρησε τον προηγούμενα μήνα, αφού πρώτα αναβλήθηκε η πρεμιέρα της στο φεστιβάλ SXSW, ακολουθώντας και αυτή τα νέα δεδομένα στον κινηματογραφικό χώρο λόγω κορωνοϊού.
Ο Δανός ηθοποιός υποδύεται τον Ρέιμπερν Σουάνσον, ένα απομονωμένο από την υπόλοιπη κοινωνία πρώην κυνηγό, ο οποίος μετά την εξαφάνιση της κόρης του, ζει και φυλάει ένα καταφύγιο άγριας ζωής σε μια καλύβα μες στο δάσος, με μόνη συντροφιά τον σκύλο του. Βυθισμένος στις τύψεις και στο αλκοόλ, δεν σταματάει να αναζητεί την κόρη του, αρνούμενος να δεχτεί το ενδεχόμενο ότι η νεαρή κοπέλα έχει χαθεί για πάντα.
Παράλληλα, ακολουθούμε την Άλις (Άναμπελ Γουόλις) στο νέο της καθήκον ως σερίφης πλέον όπου προσπαθεί να μείνει πιστή ηθικά, σε αντίθεση με τον μικρότερο αδερφό της που μπλέκει συνέχεια σε μπελάδες και παράνομες δραστηριότητες. Και αυτοί οι ήρωες της ταινίας κουβαλούν ένα θλιβερό παρελθόν καθώς έχασαν τους γονείς τους σε νεαρή ηλικία, με τον αδερφό της Μπρουκς να μένει μακριά και από την Άλις, γεγονός που ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την τωρινή συμπεριφορά του.
Κοινό σημείο των δύο πρωταγωνιστών, Ρέιμπερν και σερίφη Άλις, είναι το γεγονός της εύρεσης ενός πτώματος μιας νεαρής κοπέλας στις όχθες του ποταμού που διασχίζει το καταφύγιο και την εμφάνιση και άλλων νεαρών κοριτσιών οι οποίες φαίνεται ότι κάποιος «κυνηγός» της απαγάγει και της σκοτώνει στο δάσος εντός της επικράτειας που είναι υπεύθυνος ο Ρέιμπερν.
Έτσι, η σερίφης Άλις θα μπει στο κυνήγι εύρεσης του δολοφόνου λόγω του επαγγέλματος της ενώ ο Ρέιμπερν θα συμμετάσχει και αυτός ψάχνοντας μόνος του την μυστηριώδη φιγούρα του κυνηγού με την ελπίδα ότι μπορεί να συνδέεται με την εξαφάνιση και της δικής του κόρης.
Οι εναλλαγές θύτη – θύματος κυριαρχούν μέχρι το τέλος της ταινίας, με την κορύφωση να έρχεται λίγο μετά την μέση της ταινίας με συνέπεια όσο κυλά προς το τέλος να έχει «σβήσει» ο μεγάλος ενθουσιασμός που μπορεί να είχε δημιουργήσει στο πρώτο μισό της.
Το τραγικό συμβάν της εξαφάνισης της κόρης του Ρέιμπερν πριν πέντε χρόνια έρχεται σιγά σιγά στο φως και αναδεικνύεται η πλευρά του, ώστε ο θεατής να καταλάβει καλύτερα την θέση και τις πράξεις του πρωταγωνιστή στο παρόν, σε αντίθεση με το παρελθόν της Αλις και του αδερφού της όπου ο θεατής μένει στο σκοτάδι με μόνες πληροφορίες τις αναφορές μεταξύ των διαλόγων των δυο τους.
Το ίδιο συμβαίνει όταν αποκαλύπτεται ο πραγματικός δολοφόνος – κυνηγός των κοριτσιών όπου η αιτιολόγηση των πράξεων του πραγματοποιείται με τον πιο μινιμαλιστικό πιθανώς τρόπο κάτι που σίγουρα θα απογοητεύσει το κοινό που ενδεχομένως θα ήθελε περισσότερη ανάλυση μετά την αποκάλυψη του. Το φινάλε, ωστόσο, φέρνει ικανοποίηση, καθώς η δικαιοσύνη και μια είδους κάθαρση επέρχονται στην ιστορία.
Παρά τα μερικά αρνητικά στοιχεία της ταινίας που ενδεχομένως δικαιολογούνται από την απειρία του σεναριογράφου Μίκα Ράνουμ που δοκιμάζεται πρώτη φορά σε ταινία μεγάλου μήκους, καλύπτει αρκετά τις απαιτήσεις του κοινού και του είδος της που καλείται να καλύψει ώστε στο σύνολο της να παρουσιάζει ένα άρτιο αποτέλεσμα.
Επιπλέον, στα θετικά της ταινίας είναι το μουντό και βαρύ κλίμα που επικρατεί και τα πολλά πλάνα στο δάσος όπου δίνουν το απαραίτητο μυστήριο και συνθέτουν το θλιβερό σκηνικό των ιστοριών του παρελθόντος των πρωταγωνιστών καθώς και το τραγικό συμβάν των θανάτων και των εξαφανίσεων των νεαρών κοριτσιών.
Πολλές φορές η κάμερα στρέφεται στον κυνηγό, στο θήραμα και στο τοπίο προσδίδοντας περισσότερη αγωνία στο κρυφτό που παίζουν οι δράστες.
Πολύ ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια είναι η επιλογή του φονικού όπλου όπου ξεφεύγει από τα κλασσικά με την επιλογή, όχι απλώς ενός κλασσικού τόξου, αλλά ενός είδους τόξου του «Atlatl» που χρησιμοποιούσαν αρχαίες φυλές για κυνήγι και που σπάνια μπορεί να βρει ή να κατασκευάσει κάποιος. Στην ταινία συνδέεται με την ύπαρξη κοινότητας ιθαγενών ινδιάνων στην επαρχιακή πόλη όπου διαδραματίζεται η ιστορία.
Ο «Τζέιμι» σίγουρα αποτελεί το βασικό γρανάζι της ταινίας με την ερμηνεία που πλαισιώνεται από τους υπόλοιπους ηθοποιούς του καστ με ένα τρόπο που αναδεικνύει την τραγωδία του και την βασανιστική ζωή του.
Εν κατακλείδι, το The Silencing προτείνεται για βραδινή θέαση ως μια επιλογή ταινίας όπου ο χρόνος κυλά γρήγορα, η δράση εξελίσσεται, οι αποκαλύψεις έρχονται να τονώσουν το ενδιαφέρον ανά τακτά διαστήματα και ο θεατής δεν χρειάζεται να καταβάλει μεγάλη προσπάθεια για να κατανοήσει την υπόθεση. Μια late night πρόταση ταινίας ώστε το μόνο που έχει να κάνει ο καθένας που την επιλέξει είναι να κάτσει αναπαυτικά και να την απολαύσει.
Χρήστος Ιωάννου
Δείτε το τρέιλερ: